ψιττάκη: Difference between revisions

From LSJ

ἀεὶ φέρει τὶ Λιβύη καινὸν κακόν → Libya always bears some new evil

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "D.S." to "D.S.")
 
(5 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=psittaki
|Transliteration C=psittaki
|Beta Code=yitta/kh
|Beta Code=yitta/kh
|Definition=ἡ, <span class="sense"><span class="bld">A</span> v. [[ψιττακός]].</span>
|Definition=ἡ, v. [[ψιττακός]].
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1400.png Seite 1400]] ἡ, = [[σιττάκη]], Arist. H. A. 8, 12, s. [[ψίττακος]].
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1400.png Seite 1400]] ἡ, = [[σιττάκη]], Arist. H. A. 8, 12, s. [[ψίττακος]].
}}
{{elru
|elrutext='''ψιττάκη:''' (ᾰ) ἡ Arst. = [[ψιττακός]].
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 18: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=και [[σιτάκη]] και [[σιττάκη]], ἡ, Α<br />[[ψιττακός]], [[παπαγάλος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ. [[ψιττάκη]] / [[σιττάκη]], όπως και το αρσ. [[ψιττακός]] / [[σιττακός]], [[είναι]] [[δάνειο]] ανατολικής προέλευσης, πιθ. ινδικής, από όπου, [[κατά]] πολλούς, και η [[καταγωγή]] του πουλιού. Η [[σύνδεση]] τών τ. με το αρχ. ινδ. <i>šuka</i>- «[[παπαγάλος]]» δεν θεωρείται πιθανή].
|mltxt=και [[σιτάκη]] και [[σιττάκη]], ἡ, Α<br />[[ψιττακός]], [[παπαγάλος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ. [[ψιττάκη]] / [[σιττάκη]], όπως και το αρσ. [[ψιττακός]] / [[σιττακός]], [[είναι]] [[δάνειο]] ανατολικής προέλευσης, πιθ. ινδικής, από όπου, [[κατά]] πολλούς, και η [[καταγωγή]] του πουλιού. Η [[σύνδεση]] τών τ. με το αρχ. ινδ. <i>šuka</i>- «[[παπαγάλος]]» δεν θεωρείται πιθανή].
}}
{{elru
|elrutext='''ψιττάκη:''' (ᾰ) ἡ Arst. = [[ψιττακός]].
}}
}}
{{FriskDe
{{FriskDe
|ftr='''ψιττάκη''': {psittákē}<br />'''Forms''': [[ψιττακός]] (Akz. nach Hdn. Gr. 1, 150) m. (Kall., Plu., D.S. usw.), auch [[σιττακός]] (Phld., Arr.; -άκη Arist. v. l.), [[βίττακος]] (s.d.), [[σίττας]]· [[ὄρνις]] [[ποιός]]. [[ἔνιοι]] δὲ τὸν ψιττακὸν λέγουσιν H.<br />'''Grammar''': f. (Arist.),<br />'''Meaning''': [[Papagei]];<br />'''Etymology''' : Fremdwort orient. Ursprungs, letzten Endes wohl zu aind. ''śúka''- m. [[Papagei]], s. Schrader-Nehring Reallex. 2, 152 f. Lat. LW ''psittacus'' > nhd. ''Sittich''.<br />'''Page''' 2,1139
|ftr='''ψιττάκη''': {psittákē}<br />'''Forms''': [[ψιττακός]] (Akz. nach Hdn. Gr. 1, 150) m. (Kall., Plu., [[Diodorus Siculus|D.S.]] usw.), auch [[σιττακός]] (Phld., Arr.; -άκη Arist. [[varia lectio|v.l.]]), [[βίττακος]] (s.d.), [[σίττας]]· [[ὄρνις]] [[ποιός]]. [[ἔνιοι]] δὲ τὸν ψιττακὸν λέγουσιν H.<br />'''Grammar''': f. (Arist.),<br />'''Meaning''': [[Papagei]];<br />'''Etymology''': Fremdwort orient. Ursprungs, letzten Endes wohl zu aind. ''śúka''- m. [[Papagei]], s. Schrader-Nehring Reallex. 2, 152 f. Lat. LW ''psittacus'' > nhd. ''Sittich''.<br />'''Page''' 2,1139
}}
}}

Latest revision as of 07:50, 27 March 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ψιττάκη Medium diacritics: ψιττάκη Low diacritics: ψιττάκη Capitals: ΨΙΤΤΑΚΗ
Transliteration A: psittákē Transliteration B: psittakē Transliteration C: psittaki Beta Code: yitta/kh

English (LSJ)

ἡ, v. ψιττακός.

German (Pape)

[Seite 1400] ἡ, = σιττάκη, Arist. H. A. 8, 12, s. ψίττακος.

Russian (Dvoretsky)

ψιττάκη: (ᾰ) ἡ Arst. = ψιττακός.

Greek (Liddell-Scott)

ψιττάκη: ἴδε ἐν λέξ. ψιττακός.

Greek Monolingual

και σιτάκη και σιττάκη, ἡ, Α
ψιττακός, παπαγάλος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. ψιττάκη / σιττάκη, όπως και το αρσ. ψιττακός / σιττακός, είναι δάνειο ανατολικής προέλευσης, πιθ. ινδικής, από όπου, κατά πολλούς, και η καταγωγή του πουλιού. Η σύνδεση τών τ. με το αρχ. ινδ. šuka- «παπαγάλος» δεν θεωρείται πιθανή].

Frisk Etymology German

ψιττάκη: {psittákē}
Forms: ψιττακός (Akz. nach Hdn. Gr. 1, 150) m. (Kall., Plu., D.S. usw.), auch σιττακός (Phld., Arr.; -άκη Arist. v.l.), βίττακος (s.d.), σίττας· ὄρνις ποιός. ἔνιοι δὲ τὸν ψιττακὸν λέγουσιν H.
Grammar: f. (Arist.),
Meaning: Papagei;
Etymology: Fremdwort orient. Ursprungs, letzten Endes wohl zu aind. śúka- m. Papagei, s. Schrader-Nehring Reallex. 2, 152 f. Lat. LW psittacus > nhd. Sittich.
Page 2,1139