ἐλάχιστος: Difference between revisions

From LSJ

Ξένος ὢν ἀπράγμων ἴσθι καὶ πράξεις καλῶς → Rerum abstine peregrinus et vives bene → Als Fremder sei friedliebend und es geht dir gut

Menander, Monostichoi, 399
(13_6b)
(6_4)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0792.png Seite 792]] superl. von [[ἐλαχύς]], der kleinste, geringste, schlechteste; [[γέρας]] οὐκ ἐλ. H. h. Merc. 570; [[δύναμις]] οὐκ ἐλ. Her. 7, 168; Folgde; bes. mit der negat., οὐκ ἐλαχίστην [[χάριν]] εἴσονται Plat. Phaedr. 233 e; Ggstz [[μέγιστος]]; von Schiffen, Thuc. 1, 10; τὰ πλείστου ἄξια περὶ ἐλαχίστου ποιεῖσθαι Plat. Apol. 30 a. – Adv., τὸ ἐλάχιστον, τοὐλάχιστον, zum wenigsten, wenigstens; Plat. Parm. 142 e; Xen. An. 5, 7, 5 u. A.; ὡς ἐλάχιστα διαλέγεσθαι Plat. Phaed. 63 d; ἐπ' ἐλάχιστον, so wenig wie möglich, Thuc. 1, 70. 2, 45; δι' ἐλαχίστου, in sehr kurzer Zeit, Thuc. Auch von der Zahl, [[ὅπως]] ὅτι ἐλαχίστοις συνέβη ἀκοῦσαι Plat. Rep. II, 378 a; Ggstz [[πλεῖστος]], Xen. Mem. 4, 4, 17; Plut. Pericl. 23. – Spätere haben einen compar. u. superl. ἐλαχιστότερος u. ἐλαχιστότατος, Sezt. Emp. adv. phys. 9, 406, N. T.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0792.png Seite 792]] superl. von [[ἐλαχύς]], der kleinste, geringste, schlechteste; [[γέρας]] οὐκ ἐλ. H. h. Merc. 570; [[δύναμις]] οὐκ ἐλ. Her. 7, 168; Folgde; bes. mit der negat., οὐκ ἐλαχίστην [[χάριν]] εἴσονται Plat. Phaedr. 233 e; Ggstz [[μέγιστος]]; von Schiffen, Thuc. 1, 10; τὰ πλείστου ἄξια περὶ ἐλαχίστου ποιεῖσθαι Plat. Apol. 30 a. – Adv., τὸ ἐλάχιστον, τοὐλάχιστον, zum wenigsten, wenigstens; Plat. Parm. 142 e; Xen. An. 5, 7, 5 u. A.; ὡς ἐλάχιστα διαλέγεσθαι Plat. Phaed. 63 d; ἐπ' ἐλάχιστον, so wenig wie möglich, Thuc. 1, 70. 2, 45; δι' ἐλαχίστου, in sehr kurzer Zeit, Thuc. Auch von der Zahl, [[ὅπως]] ὅτι ἐλαχίστοις συνέβη ἀκοῦσαι Plat. Rep. II, 378 a; Ggstz [[πλεῖστος]], Xen. Mem. 4, 4, 17; Plut. Pericl. 23. – Spätere haben einen compar. u. superl. ἐλαχιστότερος u. ἐλαχιστότατος, Sezt. Emp. adv. phys. 9, 406, N. T.
}}
{{ls
|lstext='''ἐλάχιστος''': ᾰ, η, ον, ὑπερθ. τοῦ [[ἐλαχύς]], συγκρ. [[ἐλάσσων]] (ὃ ἴδε), ὁ σμικρότατος, ἀντίθετον τῷ μέγιστος, [[μάλιστα]] μετ’ ἀρνήσεως, οὐκ ἐλ. Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἑρμ. 573, Ἡρόδ. 7. 168, κτλ.· ἐλαχίστου λόγου, ἐλαχίστης σημασίας, ὁ αὐτ. 1. 143· ἐλαχίστου ἐδέησε διαφθεῖραι, παρ’ ὀλίγον νὰ τοὺς καταστρέψῃ, Θουκ. 2.77· περὶ ἐλαχίστου ποιεῖσθαι Πλάτ. Ἀπολ. 30Α· οὕτω, παρ’ ἐλάχιστον ἐποίησεν αὐτοὺς ἀφαιρεθῆναι Δημ. 217. 27. 2) ἐπὶ χρόνου, βραχύτατος, δι’ ἐλαχίστου ἐνν. χρόνου Θουκ. 3.39· δι’ ἐλαχίστης βουλῆς, [[μετὰ]] βραχυτάτης σκέψεως ἢ συζητήσεως, ὁ αὐτ. 1. 138. 3) ἐπὶ ἀριθμοῦ, [[ὀλίγιστος]], Πλάτ. Πολ. 378Α· ἐλ. τὸν ἀριθμὸν Ἀριστ. Πολιτικ. 5. 10, 27· ἐν ἐλαχίστοις δυσί, μεταξὺ δύο [[τοὐλάχιστον]], ὁ αὐτ. Ἠθ. Ν. 5, 3, 3. ΙΙ. τὸ ἐλάχιστον, [[τοὐλάχιστον]], ὡς παρ’ ἡμῖν, Ἡρόδ. 2. 13, Ξεν. Ἀν. 5. 7, 8, Δημ. 46. 3· [[ὡσαύτως]], ἐλάχιστα Θουκ. 1. 70, Πλάτ. Φαίδων 63D. ΙΙ. ἐκ τοῦ [[ἐλάχιστος]] ἐσχηματίσθη νέον συγκριτικὸν ἐλαχιστότερος, μικρότερος τοῦ ἐλαχίστου, ἐμοὶ τῷ ἐλαχιστοτέρῳ πάντων τῶν ἁγίων Ἐπιστ. πρὸς Ἐφεσ. γ΄, 8· ὑπερθ. ἐλαχιστότατος, ὁ [[ἐλάχιστος]] τῶν ἐλαχίστων, ὁ [[σφόδρα]] [[ἐλάχιστος]], Σεξτ. Ἐμπ. π. Μ. 3. 51.
}}
}}

Revision as of 09:26, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐλᾰχιστος Medium diacritics: ἐλάχιστος Low diacritics: ελάχιστος Capitals: ΕΛΑΧΙΣΤΟΣ
Transliteration A: eláchistos Transliteration B: elachistos Transliteration C: elachistos Beta Code: e)la/xistos

English (LSJ)

[ᾰ], η, ον, Sup. of ἐλαχύς: Comp. ἐλάσσων (q.v.):—

   A smallest, least, freq. with a neg., γέρας, δύναμις οὐκ ἐ., h.Merc.573, Hdt.7.168, etc.; λόγου ἐλαχίστου of least account, Id.1.143; ἐλαχίστου ἐδέησε διαφθεῖραι narrowly missed destroying them, Th.2.77; περὶ ἐλαχίστου ποιεῖσθαι Pl. Ap.30a; παρ' ἐλάχιστον ἐποίησεν αὐτοὺς ἀφαιρεθῆναι D.17.22.    2 of Time, shortest, δι' ἐλαχίστου (sc. χρόνου) Th.3.39; δι' ἐλαχίστης βουλῆς with shortest deliberation, Id.1.138.    3 of Number, fewest, Pl.R.378a; ἐ. τὸν ἀριθμόν Arist.Pol.1312a30; ἐν ἐλαχίστοις δυσίν between two at least. Id.EN1131a15.    4 Math., ἐλάχιστα καὶ μέγιστα minima and maxima, Apollon.Perg.Con.1 Praef.    II τὸ ἐλάχιστον, τοὐλάχιστον, at the least, Hdt.2.13, X.An.5.7.8, D.4.21; ἐλάχιστα least of any one, Th.1.70; ὡς ἐ. as little as possible, Pl.Phd. 63d.    III from ἐλάχιστος came a new Comp. ἐλαχιστότερος less than the least, ἐ. πάντων ἁγίων Ep.Eph.3.8: Sup. ἐλαχιστότατος very least of all, S.E.M.3.54, 9.406.

German (Pape)

[Seite 792] superl. von ἐλαχύς, der kleinste, geringste, schlechteste; γέρας οὐκ ἐλ. H. h. Merc. 570; δύναμις οὐκ ἐλ. Her. 7, 168; Folgde; bes. mit der negat., οὐκ ἐλαχίστην χάριν εἴσονται Plat. Phaedr. 233 e; Ggstz μέγιστος; von Schiffen, Thuc. 1, 10; τὰ πλείστου ἄξια περὶ ἐλαχίστου ποιεῖσθαι Plat. Apol. 30 a. – Adv., τὸ ἐλάχιστον, τοὐλάχιστον, zum wenigsten, wenigstens; Plat. Parm. 142 e; Xen. An. 5, 7, 5 u. A.; ὡς ἐλάχιστα διαλέγεσθαι Plat. Phaed. 63 d; ἐπ' ἐλάχιστον, so wenig wie möglich, Thuc. 1, 70. 2, 45; δι' ἐλαχίστου, in sehr kurzer Zeit, Thuc. Auch von der Zahl, ὅπως ὅτι ἐλαχίστοις συνέβη ἀκοῦσαι Plat. Rep. II, 378 a; Ggstz πλεῖστος, Xen. Mem. 4, 4, 17; Plut. Pericl. 23. – Spätere haben einen compar. u. superl. ἐλαχιστότερος u. ἐλαχιστότατος, Sezt. Emp. adv. phys. 9, 406, N. T.

Greek (Liddell-Scott)

ἐλάχιστος: ᾰ, η, ον, ὑπερθ. τοῦ ἐλαχύς, συγκρ. ἐλάσσων (ὃ ἴδε), ὁ σμικρότατος, ἀντίθετον τῷ μέγιστος, μάλιστα μετ’ ἀρνήσεως, οὐκ ἐλ. Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἑρμ. 573, Ἡρόδ. 7. 168, κτλ.· ἐλαχίστου λόγου, ἐλαχίστης σημασίας, ὁ αὐτ. 1. 143· ἐλαχίστου ἐδέησε διαφθεῖραι, παρ’ ὀλίγον νὰ τοὺς καταστρέψῃ, Θουκ. 2.77· περὶ ἐλαχίστου ποιεῖσθαι Πλάτ. Ἀπολ. 30Α· οὕτω, παρ’ ἐλάχιστον ἐποίησεν αὐτοὺς ἀφαιρεθῆναι Δημ. 217. 27. 2) ἐπὶ χρόνου, βραχύτατος, δι’ ἐλαχίστου ἐνν. χρόνου Θουκ. 3.39· δι’ ἐλαχίστης βουλῆς, μετὰ βραχυτάτης σκέψεως ἢ συζητήσεως, ὁ αὐτ. 1. 138. 3) ἐπὶ ἀριθμοῦ, ὀλίγιστος, Πλάτ. Πολ. 378Α· ἐλ. τὸν ἀριθμὸν Ἀριστ. Πολιτικ. 5. 10, 27· ἐν ἐλαχίστοις δυσί, μεταξὺ δύο τοὐλάχιστον, ὁ αὐτ. Ἠθ. Ν. 5, 3, 3. ΙΙ. τὸ ἐλάχιστον, τοὐλάχιστον, ὡς παρ’ ἡμῖν, Ἡρόδ. 2. 13, Ξεν. Ἀν. 5. 7, 8, Δημ. 46. 3· ὡσαύτως, ἐλάχιστα Θουκ. 1. 70, Πλάτ. Φαίδων 63D. ΙΙ. ἐκ τοῦ ἐλάχιστος ἐσχηματίσθη νέον συγκριτικὸν ἐλαχιστότερος, μικρότερος τοῦ ἐλαχίστου, ἐμοὶ τῷ ἐλαχιστοτέρῳ πάντων τῶν ἁγίων Ἐπιστ. πρὸς Ἐφεσ. γ΄, 8· ὑπερθ. ἐλαχιστότατος, ὁ ἐλάχιστος τῶν ἐλαχίστων, ὁ σφόδρα ἐλάχιστος, Σεξτ. Ἐμπ. π. Μ. 3. 51.