ἐποικτείρω: Difference between revisions

From LSJ

Ἰὸς πέφυκεν ἀσπίδος κακὴ γυνή → Ipsum venenum aspidis mulier mala → Das reinste Natterngift ist eine schlechte Frau

Menander, Monostichoi, 261
(13_1)
(6_1)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1007.png Seite 1007]] bemitleiden, τινά, Soph. Ai. 121 u. sp. D., wie Arat. 412; Ep. ad. 513 (Xenophanes VII, 120); auch in später Prosa.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1007.png Seite 1007]] bemitleiden, τινά, Soph. Ai. 121 u. sp. D., wie Arat. 412; Ep. ad. 513 (Xenophanes VII, 120); auch in später Prosa.
}}
{{ls
|lstext='''ἐποικτείρω''': (ἐξ ἐπιγραφ. ἀπὸ 550 [[μέχρι]] τοῦ 350 π.Χ. ἀποδεικνύεται ὅτι ἡ ὀρθὴ γραφὴ τοῦ ῥήματος τούτου [[εἶναι]] [[οἰκτίρω]], διὰ τοῦ ι, ἴδε Meisterhans Grammatik der Att, Ins. σ. 87), [[αἰσθάνομαι]] οἶκτον, [[ἔλεος]], ἐπί τινι, καὶ ποτέ μιν στυφελιζομένου σκύλακος παριόντα φασὶν ἐποικτεῖραι, καὶ τόδε [[φάσθαι]] [[ἔπος]] Ξενοφάν. ἐν Ἀνθ. Π. 7. 120, 2· [[οἰκτίρω]] τινὰ ἐπί τινι, ἐποικτίρω δέ νιν Σοφ. Αἴ. 121, Ο. Τ. 671, κτλ.· ἀπολ., Αἰσχύλ. Ἀγ. 1069.
}}
}}

Revision as of 10:09, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐποικτείρω Medium diacritics: ἐποικτείρω Low diacritics: εποικτείρω Capitals: ΕΠΟΙΚΤΕΙΡΩ
Transliteration A: epoikteírō Transliteration B: epoikteirō Transliteration C: epoikteiro Beta Code: e)poiktei/rw

English (LSJ)

or ἐποικτ-ίρω,

   A have compassion on, τινα Xenoph.7.3, S.Aj. 121, OT671, etc.: abs., A.Ag.1069. (Written -ειρ- Isyll.72 ; v. οἰκτείρω.)

German (Pape)

[Seite 1007] bemitleiden, τινά, Soph. Ai. 121 u. sp. D., wie Arat. 412; Ep. ad. 513 (Xenophanes VII, 120); auch in später Prosa.

Greek (Liddell-Scott)

ἐποικτείρω: (ἐξ ἐπιγραφ. ἀπὸ 550 μέχρι τοῦ 350 π.Χ. ἀποδεικνύεται ὅτι ἡ ὀρθὴ γραφὴ τοῦ ῥήματος τούτου εἶναι οἰκτίρω, διὰ τοῦ ι, ἴδε Meisterhans Grammatik der Att, Ins. σ. 87), αἰσθάνομαι οἶκτον, ἔλεος, ἐπί τινι, καὶ ποτέ μιν στυφελιζομένου σκύλακος παριόντα φασὶν ἐποικτεῖραι, καὶ τόδε φάσθαι ἔπος Ξενοφάν. ἐν Ἀνθ. Π. 7. 120, 2· οἰκτίρω τινὰ ἐπί τινι, ἐποικτίρω δέ νιν Σοφ. Αἴ. 121, Ο. Τ. 671, κτλ.· ἀπολ., Αἰσχύλ. Ἀγ. 1069.