ἐξομοιόω: Difference between revisions

From LSJ

Εὐφήμει, ὦ ἄνθρωπε· ἁσμενέστατα μέντοι αὐτὸ ἀπέφυγον, ὥσπερ λυττῶντά τινα καὶ ἄγριον δεσπότην ἀποδράς → Hush, man, most gladly have I escaped this thing you talk of, as if I had run away from a raging and savage beast of a master

Source
(13_4)
(6_23)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0886.png Seite 886]] ganz ähnlich machen; Soph. ἐξομοιοῦσθαι φύσιν, sich die Natur aneignen, Ai. 545; Eur. Andr. 354; ἐξομοιεῦντες τὸ [[εἶδος]] Her. 3, 24; ἑαυτόν τινι Plat. Gorg. 512 e u. Sp.; [[πρός]] τι, Plut. Flamin. 3.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0886.png Seite 886]] ganz ähnlich machen; Soph. ἐξομοιοῦσθαι φύσιν, sich die Natur aneignen, Ai. 545; Eur. Andr. 354; ἐξομοιεῦντες τὸ [[εἶδος]] Her. 3, 24; ἑαυτόν τινι Plat. Gorg. 512 e u. Sp.; [[πρός]] τι, Plut. Flamin. 3.
}}
{{ls
|lstext='''ἐξομοιόω''': καθιστῶ τι ὅμοιον, ἐξομοιεῦντες τὸ [[εἶδος]] ἐς τὸ δυνατὸν Ἡρόδ. 3. 24· αὑτὸν τῇ πολιτείᾳ Πλάτ. Γοργ. 512Ε· πάντα δοκεῖ τοὺς καρποὺς ἐξομοιοῦν, παράγειν ὁμοίους καρπούς, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 2. 2, 4: ― Παθ., [[γίνομαι]] ἢ εἶμαι ὅμοιός τινι, ἄνδρας γυναιξὶν ἐξομοιοῦσθαι φύσιν Εὐρ. Ἀνδρ. 354, πρβλ. Ξεν. Οἰκ. 7, 32· [[σχῆμα]] ἐξ. [[πρός]] τινα Πλουτ. Φλαμινῖνος 3: ― ἐν Σοφ. Αἴαντι 549 δεῖ πωλοδαμνεῖν (αὐτὸν) κἀξομοιοῦσθαι φύσιν, τὸ ἐξομοιοῦσθαι [[εἶναι]] παθ. ἔχον ὡς ὑποκείμενον τὸ αὐτόν, τὸ δὲ φύσιν [[εἶναι]] αἰτ. ἐκφράζουσα τὸ κατά τι, ἴδε σημ. Jebb ἐν τόπῳ.
}}
}}

Revision as of 11:08, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐξομοιόω Medium diacritics: ἐξομοιόω Low diacritics: εξομοιόω Capitals: ΕΞΟΜΟΙΟΩ
Transliteration A: exomoióō Transliteration B: exomoioō Transliteration C: eksomoioo Beta Code: e)comoio/w

English (LSJ)

   A make quite like, assimilate, τὸ εἶδος Hdt.3.24; αὑτὸν τῇ πολιτείᾳ Pl.Grg.512e; ἐ. τοὺς καρπούς produce fruit exactly like, Thphr.HP2.2.4; adapt, τοῖς ἤθεσι τῶν λεγόντων καὶ τῶν ἀκουόντων τοὺς λόγους Anon.Oxy.1012i 28; compare, liken, τί τινι Str.2.5.22, Ph.2.11, al.:—Pass., become or be like, ἄνδρας γυναιξὶν ἐξομοιοῦσθαι φύσιν E.Andr.354, cf. S.Aj.549, X.Oec.7.32; ὁ Ἄψος σχῆμα ἐ. πρὸς τὸν Πηνειόν Plu.Flam.3.

German (Pape)

[Seite 886] ganz ähnlich machen; Soph. ἐξομοιοῦσθαι φύσιν, sich die Natur aneignen, Ai. 545; Eur. Andr. 354; ἐξομοιεῦντες τὸ εἶδος Her. 3, 24; ἑαυτόν τινι Plat. Gorg. 512 e u. Sp.; πρός τι, Plut. Flamin. 3.

Greek (Liddell-Scott)

ἐξομοιόω: καθιστῶ τι ὅμοιον, ἐξομοιεῦντες τὸ εἶδος ἐς τὸ δυνατὸν Ἡρόδ. 3. 24· αὑτὸν τῇ πολιτείᾳ Πλάτ. Γοργ. 512Ε· πάντα δοκεῖ τοὺς καρποὺς ἐξομοιοῦν, παράγειν ὁμοίους καρπούς, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 2. 2, 4: ― Παθ., γίνομαι ἢ εἶμαι ὅμοιός τινι, ἄνδρας γυναιξὶν ἐξομοιοῦσθαι φύσιν Εὐρ. Ἀνδρ. 354, πρβλ. Ξεν. Οἰκ. 7, 32· σχῆμα ἐξ. πρός τινα Πλουτ. Φλαμινῖνος 3: ― ἐν Σοφ. Αἴαντι 549 δεῖ πωλοδαμνεῖν (αὐτὸν) κἀξομοιοῦσθαι φύσιν, τὸ ἐξομοιοῦσθαι εἶναι παθ. ἔχον ὡς ὑποκείμενον τὸ αὐτόν, τὸ δὲ φύσιν εἶναι αἰτ. ἐκφράζουσα τὸ κατά τι, ἴδε σημ. Jebb ἐν τόπῳ.