ἄφοδος: Difference between revisions
ἧς ἂν ἐπ' ἐλάχιστον ἀρετῆς πέρι ἢ ψόγου ἐν τοῖς ἄρσεσι κλέος ᾖ → of whom there is least talk either for praise or blame, of whom there is least notoriety among the men either for praise or blame
(6_11) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἄφοδος''': ἡ, τὸ ἀπέρχεσθαι, ἡ [[ἀναχώρησις]], Ἡρόδ. 5. 19., 9. 55, Ξεν. Ἀν. 6. 4. 13, κτλ.· [[ἀποδημία]] ἀπὸ τοῦ βίου, [[θάνατος]], Ἱεροκλ. παρὰ Στοβ. 462. 39. 2) [[ἐπάνοδος]], Ἡρόδ. 4. 97, Ξεν. Ἑλλ. 6. 5, 20· [[ὑποχώρησις]], ὁ αὐτ. Ἀν. 5. 2, 21· [[μέρος]] ἀνοικτὸν πρὸς ὑποχώρησιν, ἄφοδον λείπειν τινὶ ὁ αὐτ. 4. 2, 11. ΙΙ. [[ἀπόπατος]], [[ἀναγκαῖον]], Ἱππ. π. Ἀγμ. 763, Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 1059, Ἀντιφάν. ἐν «Ἀρκάδι» 1. 5. 2) περίττωμα, [[κόπρος]], Ἱππ. 388. 51., 633. 14, Ἀριστ. Θαυμ. 1. 5: - [[καθόλου]], [[κένωσις]], Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 10. 3, 12· - οὐσιαστ. ἀφοδία, ἡ (= [[ἀφόδευμα]]) Καισάρ. σ. 916, ἔκδ. Μί. | |lstext='''ἄφοδος''': ἡ, τὸ ἀπέρχεσθαι, ἡ [[ἀναχώρησις]], Ἡρόδ. 5. 19., 9. 55, Ξεν. Ἀν. 6. 4. 13, κτλ.· [[ἀποδημία]] ἀπὸ τοῦ βίου, [[θάνατος]], Ἱεροκλ. παρὰ Στοβ. 462. 39. 2) [[ἐπάνοδος]], Ἡρόδ. 4. 97, Ξεν. Ἑλλ. 6. 5, 20· [[ὑποχώρησις]], ὁ αὐτ. Ἀν. 5. 2, 21· [[μέρος]] ἀνοικτὸν πρὸς ὑποχώρησιν, ἄφοδον λείπειν τινὶ ὁ αὐτ. 4. 2, 11. ΙΙ. [[ἀπόπατος]], [[ἀναγκαῖον]], Ἱππ. π. Ἀγμ. 763, Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 1059, Ἀντιφάν. ἐν «Ἀρκάδι» 1. 5. 2) περίττωμα, [[κόπρος]], Ἱππ. 388. 51., 633. 14, Ἀριστ. Θαυμ. 1. 5: - [[καθόλου]], [[κένωσις]], Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 10. 3, 12· - οὐσιαστ. ἀφοδία, ἡ (= [[ἀφόδευμα]]) Καισάρ. σ. 916, ἔκδ. Μί. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (ἡ) :<br /><b>1</b> départ;<br /><b>2</b> départ pour retourner dans ses foyers ; retour.<br />'''Étymologie:''' [[ἀπό]], [[ὁδός]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:23, 9 August 2017
English (LSJ)
Ion. ἄποδος, ἡ (ὁ, v. infr. II),
A going away, departure, Hdt. 5.19, 9.55, X.An.6.4.13, etc.; departure out of life, death, Hierocl. p.58A., Plot.4.3.25. 2 going or coming back, return, Hdt.4.97; retreat, X.HG6.5.20, An.5.2.21; ἄ. λείπειν τινί ib.4.2.11. II privy, Hp.Fract.16, Ar.Ec.1059, Antiph.40.5. 2 excrement, Hp. Acut.30, al., Arist.Mir.830a22 (masc.), Dsc.2.80, Artem.2.26. 3 in pl., seminal ducts, Aret.CD2.5.
German (Pape)
[Seite 413] ἡ, 1) das Weggehen, Abmarsch, Xen. An. 6, 2, 13; der Rückzug, die Rückkehr. Hell. 6, 5, 20. – 2) der Abtritt, Ar. Eccl. 1059; Luc. Hipp. 8; der Stuhlgang, Diosc.
Greek (Liddell-Scott)
ἄφοδος: ἡ, τὸ ἀπέρχεσθαι, ἡ ἀναχώρησις, Ἡρόδ. 5. 19., 9. 55, Ξεν. Ἀν. 6. 4. 13, κτλ.· ἀποδημία ἀπὸ τοῦ βίου, θάνατος, Ἱεροκλ. παρὰ Στοβ. 462. 39. 2) ἐπάνοδος, Ἡρόδ. 4. 97, Ξεν. Ἑλλ. 6. 5, 20· ὑποχώρησις, ὁ αὐτ. Ἀν. 5. 2, 21· μέρος ἀνοικτὸν πρὸς ὑποχώρησιν, ἄφοδον λείπειν τινὶ ὁ αὐτ. 4. 2, 11. ΙΙ. ἀπόπατος, ἀναγκαῖον, Ἱππ. π. Ἀγμ. 763, Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 1059, Ἀντιφάν. ἐν «Ἀρκάδι» 1. 5. 2) περίττωμα, κόπρος, Ἱππ. 388. 51., 633. 14, Ἀριστ. Θαυμ. 1. 5: - καθόλου, κένωσις, Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 10. 3, 12· - οὐσιαστ. ἀφοδία, ἡ (= ἀφόδευμα) Καισάρ. σ. 916, ἔκδ. Μί.
French (Bailly abrégé)
ου (ἡ) :
1 départ;
2 départ pour retourner dans ses foyers ; retour.
Étymologie: ἀπό, ὁδός.