συγκλειστός: Difference between revisions

From LSJ

Κακὸν φέρουσι καρπὸν οἱ κακοὶ φίλοι → Evil friends bear evil fruit → Malo ex amico fructus oritur pessimusErtrag, den schlechte Freunde bringen, der ist schlecht

Menander, Monostichoi, 293
(6_11)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''συγκλειστός''': -ή, -όν, ῥημ. ἐπίθ., [[κατάκλειστος]], συγκεκλεισμένος, ζόφῳ συγκλειστὸς ἡλίου [[δίχα]] Λουκ. Τραγῳδοποδάγρα 64. 2) ὁ ἔχων τὴν δύναμιν τοῦ συγκλείεσθαι, ὄστρακα Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 4. 4, 11. 3) παρὰ τοῖς Ἑβδ. Γ΄ Βασιλ. Ζ΄, 28) [[ἔργον]] συγκλειστὸν = [[σύγκλεισμα]].
|lstext='''συγκλειστός''': -ή, -όν, ῥημ. ἐπίθ., [[κατάκλειστος]], συγκεκλεισμένος, ζόφῳ συγκλειστὸς ἡλίου [[δίχα]] Λουκ. Τραγῳδοποδάγρα 64. 2) ὁ ἔχων τὴν δύναμιν τοῦ συγκλείεσθαι, ὄστρακα Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 4. 4, 11. 3) παρὰ τοῖς Ἑβδ. Γ΄ Βασιλ. Ζ΄, 28) [[ἔργον]] συγκλειστὸν = [[σύγκλεισμα]].
}}
{{bailly
|btext=ός, ός;<br />enfermé, enveloppé.<br />'''Étymologie:''' [[συγκλείω]].
}}
}}

Revision as of 19:37, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συγκλειστός Medium diacritics: συγκλειστός Low diacritics: συγκλειστός Capitals: ΣΥΓΚΛΕΙΣΤΟΣ
Transliteration A: synkleistós Transliteration B: synkleistos Transliteration C: sygkleistos Beta Code: sugkleisto/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A shut up, ζόφῳ Luc.Trag.64.    2 with the power of closing, ὄστρακα Arist.HA 528b15.    3 ἔργον συγκλειστόν,= σύγκλεισμα, LXX 3 Ki.7.28.

German (Pape)

[Seite 968] verschlossen, verbunden, LXX.

Greek (Liddell-Scott)

συγκλειστός: -ή, -όν, ῥημ. ἐπίθ., κατάκλειστος, συγκεκλεισμένος, ζόφῳ συγκλειστὸς ἡλίου δίχα Λουκ. Τραγῳδοποδάγρα 64. 2) ὁ ἔχων τὴν δύναμιν τοῦ συγκλείεσθαι, ὄστρακα Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 4. 4, 11. 3) παρὰ τοῖς Ἑβδ. Γ΄ Βασιλ. Ζ΄, 28) ἔργον συγκλειστὸν = σύγκλεισμα.

French (Bailly abrégé)

ός, ός;
enfermé, enveloppé.
Étymologie: συγκλείω.