σεληνίς: Difference between revisions
θοῦ, Κύριε, φυλακὴν τῷ στόµατί µου καὶ θύραν περιοχῆς περὶ τὰ χείλη µου → set a guard over my mouth, Lord; keep watch over the door of my lips | set a guard, O Lord, over my mouth; keep watch over the door of my lips (Psalm 140:3, Septuagint version)
(6_12) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''σεληνίς''': -ίδος, ἡ, ἡ ἐξ ἐλέφαντος ἡμισέληνος, τὸ ἐπὶ τῶν ὑποδημάτων τῶν συγκλητικῶν [[νόμισμα]], Πλούτ. 2. 282Α· ὑποκορ. σεληνίσκος, ὁ, Ἰω. Λυδ. π. Ἀρχ. Πολιτικ. 2. 13. 2) [[φυλακτήριον]] ὁμοίως ἐσχηματισμένον, Ἡσύχ. 3) [[σελήνη]] Ι. 2, Φώτ. | |lstext='''σεληνίς''': -ίδος, ἡ, ἡ ἐξ ἐλέφαντος ἡμισέληνος, τὸ ἐπὶ τῶν ὑποδημάτων τῶν συγκλητικῶν [[νόμισμα]], Πλούτ. 2. 282Α· ὑποκορ. σεληνίσκος, ὁ, Ἰω. Λυδ. π. Ἀρχ. Πολιτικ. 2. 13. 2) [[φυλακτήριον]] ὁμοίως ἐσχηματισμένον, Ἡσύχ. 3) [[σελήνη]] Ι. 2, Φώτ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ίδος (ἡ) :<br />petite lune, ornement d’ivoire en forme de lune sur la chaussure des sénateurs romains (<i>lat.</i> lunula).<br />'''Étymologie:''' [[σελήνη]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:42, 9 August 2017
English (LSJ)
ίδος, ἡ,
A ivory crecent on the boots of Roman senators, Plu.2.282a. 2 an amulet worn by children, Hsch. 3 = σελήνη 1.2, Phot.
German (Pape)
[Seite 870] ίδος, ἡ, = Folgdm, Plut. qu. Rom. 76, von den lunulae auf den Schuhen der röm. Senatoren.
Greek (Liddell-Scott)
σεληνίς: -ίδος, ἡ, ἡ ἐξ ἐλέφαντος ἡμισέληνος, τὸ ἐπὶ τῶν ὑποδημάτων τῶν συγκλητικῶν νόμισμα, Πλούτ. 2. 282Α· ὑποκορ. σεληνίσκος, ὁ, Ἰω. Λυδ. π. Ἀρχ. Πολιτικ. 2. 13. 2) φυλακτήριον ὁμοίως ἐσχηματισμένον, Ἡσύχ. 3) σελήνη Ι. 2, Φώτ.
French (Bailly abrégé)
ίδος (ἡ) :
petite lune, ornement d’ivoire en forme de lune sur la chaussure des sénateurs romains (lat. lunula).
Étymologie: σελήνη.