διάκρισις: Difference between revisions
Χρόνος δ' ἀμαυροῖ πάντα κεἰς λήθην ἄγει → Diesque celat omnia atque oblitterat → Die Zeit verdunkelt alles, gibt's dem Vergessen preis
(6_8) |
(Bailly1_2) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''διάκρῐσις''': -εως, ἡ, [[χωρισμός]], [[διάλυσις]], ἀντίθετον [[σύγκρισις]], Ἐμπεδ. παρ’ Ἀριστ. π. Γεν. καὶ Φθορ. 2.6, 11, Ἀναξ. ἐν τοῖς Φυσ. 3.4, 5, Πλάτ. κ. ἄλλ. 2) ἐν συγκεκριμένῃ ἐννοίᾳ, [[διάλυσις]], ἡ ἀτμὶς ὕδατος δ. ἐστὶν Ἀριστ. Μετεωρ. 1.3, 18, πρβλ., 1.4, 3. ΙΙ. [[ἀπόφασις]], [[κρίσις]], Πλάτ. Νόμ. 765Α, Ξεν. Κύρ. 8.2, 27· [[ἑρμηνεία]] ὀνείρων ἢ οἰωνῶν, Παυσ. 1.34, 5. ΙΙΙ. φιλονικία, [[συζήτησις]], Πολύβ. 18.11, 4· [[ἔρις]], Ἄρατ. 109. ΙV. ἐν Ξεν. Κυν. 4,1, τὸ μεταξὺ τῶν ὀφθαλμῶν [[διάστημα]] παρὰ τοῖς κυσίν. | |lstext='''διάκρῐσις''': -εως, ἡ, [[χωρισμός]], [[διάλυσις]], ἀντίθετον [[σύγκρισις]], Ἐμπεδ. παρ’ Ἀριστ. π. Γεν. καὶ Φθορ. 2.6, 11, Ἀναξ. ἐν τοῖς Φυσ. 3.4, 5, Πλάτ. κ. ἄλλ. 2) ἐν συγκεκριμένῃ ἐννοίᾳ, [[διάλυσις]], ἡ ἀτμὶς ὕδατος δ. ἐστὶν Ἀριστ. Μετεωρ. 1.3, 18, πρβλ., 1.4, 3. ΙΙ. [[ἀπόφασις]], [[κρίσις]], Πλάτ. Νόμ. 765Α, Ξεν. Κύρ. 8.2, 27· [[ἑρμηνεία]] ὀνείρων ἢ οἰωνῶν, Παυσ. 1.34, 5. ΙΙΙ. φιλονικία, [[συζήτησις]], Πολύβ. 18.11, 4· [[ἔρις]], Ἄρατ. 109. ΙV. ἐν Ξεν. Κυν. 4,1, τὸ μεταξὺ τῶν ὀφθαλμῶν [[διάστημα]] παρὰ τοῖς κυσίν. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=εως (ἡ) :<br />([[διά]] en séparant);<br /><b>1</b> séparation ; distance, intervalle;<br /><b>2</b> action de décider, décision, jugement.<br />'''Étymologie:''' [[διακρίνω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:45, 9 August 2017
English (LSJ)
εως, ἡ,
A separation, dissolution, opp. σύγκρισις, Emp. 58, Anaxag.10, Pl.Sph.243b, al.; segregation, τῶν ἡμαρτηκότων J.BJ 2.14.8; discrimination, καλοῦ τε καὶ κακοῦ Ep.Hebr.5.14; πνευμάτων 1 Ep.Cor.12.10; differentiation, Dam.Pr.1. 2 in concrete sense, resolved form, ἡ ἀτμὶς ὕδατος δ. ἐστιν Arist.Mete.340b3, 341b15. II decision, determination, Pl.Lg.765a, X.Cyr.8.2.27, A.R.4.1169; judicial decision, PLond.2.476.9 (i A.D.): metaph., Ep.Rom.14.1 (pl.); interpretation of dreams or omens, Ph.2.55, Paus.1.34.5; δ. σημειώσεως medical diagnosis, Sor.2.23: but in pl., αἱ ἐκ νούσων δ. determinations, crises, Hp.Genit.3. 2 examination or revision of accounts, δ. πρακτόρων Wilcken Chr.41 iii6(iii A.D.). III decision by battle, τάξεων πρὸς ἀλλήλους Plb.18.28.3; quarrel, dispute, Epicur. Ep.1p.29U., Arat.109, Milet.3.149.39. IV in X.Cyn.4.1, space between the eyes in dogs. V separation of tumour from bloodvessels, Antyll. ap. Orib.45.2.9. 2 secretion, οὔρων Aret.SA1.9, cf. Gal.6.382. VI a bandage, Id.18(1).777.
Greek (Liddell-Scott)
διάκρῐσις: -εως, ἡ, χωρισμός, διάλυσις, ἀντίθετον σύγκρισις, Ἐμπεδ. παρ’ Ἀριστ. π. Γεν. καὶ Φθορ. 2.6, 11, Ἀναξ. ἐν τοῖς Φυσ. 3.4, 5, Πλάτ. κ. ἄλλ. 2) ἐν συγκεκριμένῃ ἐννοίᾳ, διάλυσις, ἡ ἀτμὶς ὕδατος δ. ἐστὶν Ἀριστ. Μετεωρ. 1.3, 18, πρβλ., 1.4, 3. ΙΙ. ἀπόφασις, κρίσις, Πλάτ. Νόμ. 765Α, Ξεν. Κύρ. 8.2, 27· ἑρμηνεία ὀνείρων ἢ οἰωνῶν, Παυσ. 1.34, 5. ΙΙΙ. φιλονικία, συζήτησις, Πολύβ. 18.11, 4· ἔρις, Ἄρατ. 109. ΙV. ἐν Ξεν. Κυν. 4,1, τὸ μεταξὺ τῶν ὀφθαλμῶν διάστημα παρὰ τοῖς κυσίν.
French (Bailly abrégé)
εως (ἡ) :
(διά en séparant);
1 séparation ; distance, intervalle;
2 action de décider, décision, jugement.
Étymologie: διακρίνω.