ἀντίστασις: Difference between revisions
(6_8) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀντίστᾰσις''': -εως, ἡ, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ [[στάσις]], [[στάσις]] καὶ [[ἀντίστασις]] καὶ [[μάχη]] Πλάτ. Πολ. 560Α. ΙΙ. τὸ ἀνθίστασθαί τινι, [[ἀντίστασις]] ὡς παρ’ ἡμῖν, τύχης Πλουτ. Αἰμίλ. 36· ἐξ ἀντιστάσεως ἀγωνίζεσθαι, [[συστάδην]], Ἡρωδιαν. 5. 4, 6· ἴση [[ἀντίστασις]], [[ἰσορροπία]], Ἀριστ. π. Κόσμ. 5. 7. ΙΙI. [[ἀντίθετος]] ἰσχυρισμός, Ρήτ. | |lstext='''ἀντίστᾰσις''': -εως, ἡ, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ [[στάσις]], [[στάσις]] καὶ [[ἀντίστασις]] καὶ [[μάχη]] Πλάτ. Πολ. 560Α. ΙΙ. τὸ ἀνθίστασθαί τινι, [[ἀντίστασις]] ὡς παρ’ ἡμῖν, τύχης Πλουτ. Αἰμίλ. 36· ἐξ ἀντιστάσεως ἀγωνίζεσθαι, [[συστάδην]], Ἡρωδιαν. 5. 4, 6· ἴση [[ἀντίστασις]], [[ἰσορροπία]], Ἀριστ. π. Κόσμ. 5. 7. ΙΙI. [[ἀντίθετος]] ἰσχυρισμός, Ρήτ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=εως (ἡ) :<br />résistance, opposition, parti opposé.<br />'''Étymologie:''' [[ἀνθίστημι]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:48, 9 August 2017
English (LSJ)
εως, ἡ,
A counter-faction, στάσις καὶ ἀ. καὶ μάχη Pl.R.560a. II opposition, αἰώνιος Ph.1.577; ἐπὶ τῇ ἀρχῇ J.AJ 17.11.2; τύχης Plu.Aem.36; ἐξ ἀ. ἀγωνίζεσθαι in pitched battle, Hdn. 5.4.4; ἴσην ἀ. ἔχειν weigh equally, Arist.Mu.397a1. III counterplea, set-off, e.g. benefit conferred balanced against injury done, Hermog.Stat.2, cf. 6 (pl.), Arg.Lycurg.
German (Pape)
[Seite 261] ἡ, Gegenpartei, Plat. Rep. VIII, 560 a; Arist. u. Sp.; Widerstand, Plut. Aem. Paull. 36. Bei Rhetoren das Gegenüberstellen, Vergleichung.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντίστᾰσις: -εως, ἡ, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ στάσις, στάσις καὶ ἀντίστασις καὶ μάχη Πλάτ. Πολ. 560Α. ΙΙ. τὸ ἀνθίστασθαί τινι, ἀντίστασις ὡς παρ’ ἡμῖν, τύχης Πλουτ. Αἰμίλ. 36· ἐξ ἀντιστάσεως ἀγωνίζεσθαι, συστάδην, Ἡρωδιαν. 5. 4, 6· ἴση ἀντίστασις, ἰσορροπία, Ἀριστ. π. Κόσμ. 5. 7. ΙΙI. ἀντίθετος ἰσχυρισμός, Ρήτ.
French (Bailly abrégé)
εως (ἡ) :
résistance, opposition, parti opposé.
Étymologie: ἀνθίστημι.