τελέαρχος: Difference between revisions
ἐν τῷ ῥά σφι κύκησε γυνὴ εἰκυῖα θεῆισιν οἴνῳ Πραμνείῳ, ἐπὶ δ' αἴγειον κνῆ τυρόν κνήστι χαλκείῃ, ἐπὶ δ' ἄλφιτα λευκὰ πάλυνε. → In it the woman, like the goddesses, mixed Pramnian wine for them, and over it she grated goat cheese with a bronze grater, and sprinkled white barley on it.
(6_14) |
(Bailly1_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''τελέαρχος''': ὁ, ([[τέλος]] ΙΙΙ) ἀστυνομικὸς ἄρχων, [[κυρίως]] ἐπιμελητὴς τῆς καθαριότητος τῶν ὁδῶν, ἐν Θήβαις, Πλούτ. 2. 811Β· - τελεαρχία, ἡ, τὸ [[ἔργον]] τοῦ τελεάρχου, [[αὐτόθι]]. | |lstext='''τελέαρχος''': ὁ, ([[τέλος]] ΙΙΙ) ἀστυνομικὸς ἄρχων, [[κυρίως]] ἐπιμελητὴς τῆς καθαριότητος τῶν ὁδῶν, ἐν Θήβαις, Πλούτ. 2. 811Β· - τελεαρχία, ἡ, τὸ [[ἔργον]] τοῦ τελεάρχου, [[αὐτόθι]]. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (ὁ) :<br />téléarque, officier de police <i>à Thèbes</i>.<br />'''Étymologie:''' [[τέλος]], [[ἄρχω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 20:11, 9 August 2017
English (LSJ)
ὁ, (
A τέλος 1.3) police magistrate at Thebes, originally in charge of street-cleaning, Plu.2.811b: τελεαρχία, ἡ, his office, ibid.
German (Pape)
[Seite 1084] ὁ, eine polizeiliche Obrigkeit in Theben, Plut. reip. ger. praec. 15, wo Winkelmann τέλμαρχος conj.
Greek (Liddell-Scott)
τελέαρχος: ὁ, (τέλος ΙΙΙ) ἀστυνομικὸς ἄρχων, κυρίως ἐπιμελητὴς τῆς καθαριότητος τῶν ὁδῶν, ἐν Θήβαις, Πλούτ. 2. 811Β· - τελεαρχία, ἡ, τὸ ἔργον τοῦ τελεάρχου, αὐτόθι.
French (Bailly abrégé)
ου (ὁ) :
téléarque, officier de police à Thèbes.
Étymologie: τέλος, ἄρχω.