ὑπεκδέχομαι: Difference between revisions

From LSJ

νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖινgodly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet

Source
(6_1)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὑπεκδέχομαι''': [[δέχομαι]] [[ὑποκάτω]] μου, ἐπὶ ἀγελάδος, πόρτιν μαστῷ ὑπ., [[δέχομαι]] μόσχον [[ὑποκάτω]] μου εἰς τὸν μαστόν, Ἀνθ. Π. 9. 722.
|lstext='''ὑπεκδέχομαι''': [[δέχομαι]] [[ὑποκάτω]] μου, ἐπὶ ἀγελάδος, πόρτιν μαστῷ ὑπ., [[δέχομαι]] μόσχον [[ὑποκάτω]] μου εἰς τὸν μαστόν, Ἀνθ. Π. 9. 722.
}}
{{bailly
|btext=recevoir sous.<br />'''Étymologie:''' [[ὑπό]], [[ἐκδέχομαι]].
}}
}}

Revision as of 20:11, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑπεκδέχομαι Medium diacritics: ὑπεκδέχομαι Low diacritics: υπεκδέχομαι Capitals: ΥΠΕΚΔΕΧΟΜΑΙ
Transliteration A: hypekdéchomai Transliteration B: hypekdechomai Transliteration C: ypekdechomai Beta Code: u(pekde/xomai

English (LSJ)

   A have under oneself, of a cow, μαστῷ πόρτιν ὑ., of a calf at the udder, AP9.722 (Antip. Sid.).

German (Pape)

[Seite 1185] (s. δέχομαι), unter sich nehmen; πόρτιν μαστῷ, von der Kuh, unter sich am Euter haben, Ep. ad. 221 (IX, 722).

Greek (Liddell-Scott)

ὑπεκδέχομαι: δέχομαι ὑποκάτω μου, ἐπὶ ἀγελάδος, πόρτιν μαστῷ ὑπ., δέχομαι μόσχον ὑποκάτω μου εἰς τὸν μαστόν, Ἀνθ. Π. 9. 722.

French (Bailly abrégé)

recevoir sous.
Étymologie: ὑπό, ἐκδέχομαι.