ὑποφθονέω: Difference between revisions
From LSJ
μοχθεῖν τε βροτοῖσ(ιν) άνάγκη → and you mortals must endure trouble (Euripides' Hippolytus 208)
(6_1) |
(Bailly1_5) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ὑποφθονέω''': [[αἰσθάνομαι]] κρύφιον φθόνον [[πρός]] τινα, ὑπεφθόνει τῆς στρατηγίας τῷ Τισσαφέρνει Ξεν. Ἑλλ. 3. 2, 13· Κυαξάρης, ὅτι ἐκεῖνοι ἦρχον τοῦ λόγου, [[ὥσπερ]] ὑπεφθόνει (ἕτεροι ὑπό τι ἐφθόνει) ὁ αὐτ. ἐν Κύρ. 4. 1, 13. | |lstext='''ὑποφθονέω''': [[αἰσθάνομαι]] κρύφιον φθόνον [[πρός]] τινα, ὑπεφθόνει τῆς στρατηγίας τῷ Τισσαφέρνει Ξεν. Ἑλλ. 3. 2, 13· Κυαξάρης, ὅτι ἐκεῖνοι ἦρχον τοῦ λόγου, [[ὥσπερ]] ὑπεφθόνει (ἕτεροι ὑπό τι ἐφθόνει) ὁ αὐτ. ἐν Κύρ. 4. 1, 13. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=-ῶ :<br />être un peu <i>ou</i> secrètement jaloux de, τινι.<br />'''Étymologie:''' [[ὑπόφθονος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 20:12, 9 August 2017
English (LSJ)
A feel secret envy at, τινι X.HG3.2.13; Κυαξάρης, ὅτι ἐκεῖνοι ἦρχον τοῦ λόγου, ὥσπερ ὑπεφθόνει (v.l. ὑπό τι ἐφθόνει) Id.Cyr. 4.1.13.
Greek (Liddell-Scott)
ὑποφθονέω: αἰσθάνομαι κρύφιον φθόνον πρός τινα, ὑπεφθόνει τῆς στρατηγίας τῷ Τισσαφέρνει Ξεν. Ἑλλ. 3. 2, 13· Κυαξάρης, ὅτι ἐκεῖνοι ἦρχον τοῦ λόγου, ὥσπερ ὑπεφθόνει (ἕτεροι ὑπό τι ἐφθόνει) ὁ αὐτ. ἐν Κύρ. 4. 1, 13.
French (Bailly abrégé)
-ῶ :
être un peu ou secrètement jaloux de, τινι.
Étymologie: ὑπόφθονος.