Ἀπολλώνιος: Difference between revisions
ἀλλὰ διὰ τῆς ἀγάπης δουλεύετε ἀλλήλοις. ὁ γὰρ πᾶς νόμος ἐν ἑνὶ λόγῳ πεπλήρωται, ἐν τῷ Ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν → but be enslaved to each other through love; for the whole Torah is fulfilled in one statement: You will love your neighbor as yourself (Galatians 5:13f.)
(21) |
m (Text replacement - "{{Slater\n(.*?)\n}}" to "") |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=α, ον :<br />d’Apollon.<br />'''Étymologie:''' [[Ἀπόλλων]]. | |btext=α, ον :<br />d’Apollon.<br />'''Étymologie:''' [[Ἀπόλλων]]. | ||
}} | }} |
Revision as of 14:12, 17 August 2017
English (LSJ)
α, ον,
A of or belonging to Apollo, Pi.P.6.9, etc.:— fem. Ἀπολλ-ωνιάς (sc. πόλις or νᾶσος), άδος, ἡ, i.e. Delos, Id.I.1.6: also, = δάφνη, Hsch. II Ἀπολλ-ώνιος, ὁ, (sc. μήν) name of month at Elis, Methymna, etc., Sch.Pi.O.3.35, IG12(2).505, etc. III Ἀπολλ-ώνιον, τό, temple of Apollo, Th.2.91, Arist.Mir.840a21, GDI5726.45 (Halic.): —also Ἀπολλ-ώνειον, D.S.14.16, etc., cf. Eust.1562.54. IV Ἀπολλ-ώνια, τά, festival of Apollo, IG11(2).105 (Delos), etc.
Greek (Liddell-Scott)
Ἀπολλώνιος: -α, -ον, ἀνήκων εἰς τὸν Ἀπόλλωνα, Πινδ. Π. 6. 9, κτλ.: θηλυκ. καὶ Ἀπολλωνιὰς (ἐνν. πόλις ἢ νῆσος), ἡ, ὅ ἐ. ἡ Δῆλος, Πινδ. Ι. 1. 6. ΙΙ. Ἀπολλώνιον, τό, ὁ ναὸς τοῦ Ἀπόλλωνος, Θουκ. 2. 91, Ἀριστ. π. Θαυμ. 107, Ἐπιγρ. Ἁλικ. παρὰ Newton σ. 162· ὡσαύτως -ώνειον, Διόδ. 14. 16, κτλ., ἴδε Εὐστ. 1562. 54. ΙΙΙ. Ἀπολλωνία, ἡ, πόλις τοῦ Ἀπόλλωνος, ὄνομα πόλεώς τινος ἐν Θράκῃ. Ἡρόδ., ἐν Ἰλλυρίᾳ, Θουκ.
French (Bailly abrégé)
α, ον :
d’Apollon.
Étymologie: Ἀπόλλων.