ἑξάβραχυς: Difference between revisions
From LSJ
Ὁ δὲ μὴ δυνάμενος κοινωνεῖν ἢ μηδὲν δεόμενος δι' αὐτάρκειαν οὐθὲν μέρος πόλεως, ὥστε ἢ θηρίον ἢ θεός → Whoever is incapable of associating, or has no need to because of self-sufficiency, is no part of a state; so he is either a beast or a god
(6_6) |
(big3_15) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἑξάβρᾰχῠς''': -εος, ὁ, ὁ περιέχων ἓξ βραχείας συλλαβάς, ποδὸς ἑξαβράχεος Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Ὄρν. 738, κτλ. | |lstext='''ἑξάβρᾰχῠς''': -εος, ὁ, ὁ περιέχων ἓξ βραχείας συλλαβάς, ποδὸς ἑξαβράχεος Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Ὄρν. 738, κτλ. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-υ<br />métr. [[que consta de seis sílabas breves]] πούς Sch.S.<i>OT</i> 1337L., Sch.Ar.<i>Au</i>.737b. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:02, 21 August 2017
English (LSJ)
πούς foot
A of six short syllables, Sch.Ar.Av.738, etc.
German (Pape)
[Seite 861] aus sechs kurzen Sylben bestehend, Schol. Soph. Ant. 1245 u. öfter.
Greek (Liddell-Scott)
ἑξάβρᾰχῠς: -εος, ὁ, ὁ περιέχων ἓξ βραχείας συλλαβάς, ποδὸς ἑξαβράχεος Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Ὄρν. 738, κτλ.
Spanish (DGE)
-υ
métr. que consta de seis sílabas breves πούς Sch.S.OT 1337L., Sch.Ar.Au.737b.