διανόημα: Difference between revisions

From LSJ

σύμμικτον εἶδος κἀποφώλιον βρέφος → an infant of mixed appearance, born to sterility

Source
(Bailly1_2)
(big3_11)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ατος (τό) :<br />pensée, idée.<br />'''Étymologie:''' [[διανοέομαι]].
|btext=ατος (τό) :<br />pensée, idée.<br />'''Étymologie:''' [[διανοέομαι]].
}}
{{DGE
|dgtxt=-ματος, τό<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[intención]], [[proyecto]] τελευτᾷ τὸ ἐπιχείρημα τῶν διανοημάτων Hp.<i>Vict</i>.1.2, τῆς φθορᾶς ... ὅλου τοῦ διανοήματος οὐ δειλίαν οὖσαν τὴν αἰτίαν no siendo la cobardía la causa de la ruina del proyecto en su conjunto</i> Pl.<i>Lg</i>.688c, op. καρδία LXX <i>Da</i>.8.25, cf. <i>Ez</i>.14.3, εἰδὼς αὐτῶν τὰ διανοήματα <i>Eu.Luc</i>.11.17, cf. D.C.57.5.5.<br /><b class="num">2</b> [[razonamiento]] ᾧ (νῷ μόνῳ) δὴ καὶ διανοήματι λάβωμεν [[αὐτοῦ]] por el cual (el intelecto solo) y por el razonamiento podamos concebirlo</i> Pl.<i>Lg</i>.898e, τῶν διανοημάτων ἡ ἐκ τοῦ νοῦ φερομένη [[δύναμις]] Pl.<i>Ti</i>.71b, φιλοτίμων γὰρ ἀνδρῶν τὰ τοιαῦτα διανοήματα X.<i>HG</i> 7.5.19, τῶν μ[ὲ] ν ἐπὶ μέρους διανο[η] μάτων ἀπειρότατός ἐστιν Phld.<i>Cont</i>.4.12, τῶν μαθημάτων ἔσται καὶ τῶν διανοημάτων τὸ αἰσθητικόν Plot.4.3.29, μίμησις γὰρ οὐ χρῆσίς ἐστι τῶν διανοημάτων D.H.<i>Rh</i>.10.19, περὶ ... τούτου τοῦ διανοήματος [[ἄλλοι]] [[ἄλλως]] φανοῦσιν Vett.Val.147.1, γενναίως χρῆται τῷ διανοήματι Sch.Er.<i>Il</i>.19.174a, φαῦλον Phld.<i>Po</i>.C fr.h.17, cf. <i>PLond</i>.1724.15 (VI d.C.), γελοῖον Sch.Er.<i>Il</i>.4.310a<br /><b class="num">•</b>op. λόγος [[pensamiento]] ἵνα ... καλοὺς λόγους ... τίκτῃ καὶ διανοήματα ἐν φιλοσοφίᾳ ἀφθόνῳ Pl.<i>Smp</i>.210d, cf. Hp.<i>Epid</i>.1.23, op. ῥῆμα Plu.2.40c, op. ἔργον: καὶ τῶν ἔργων καὶ τῶν διανοημάτων ἁπάντων ἡγεμόνα λόγον ὄντα Isoc.3.9, 15.257, op. πρᾶξις Arr.<i>Epict</i>.2.8.13, Nemes.<i>Nat.Hom</i>.M.40.741B, op. λόγος y ἔργον Pl.<i>Prt</i>.348d.<br /><b class="num">3</b> [[noción]], [[idea]], [[concepto]] περὶ θεῶν ... διανοήματα Pl.<i>Epin</i>.988c, como ‘contenido’ de la obra poética, op. σύνθεσις Phld.<i>Po</i>.B fr.11.1.2.<br /><b class="num">II</b> [[significado]] στίχους ... ὑπὸ τὸ αὐτὸ δ. τάξαι Chrysipp.<i>Stoic</i>.2.255, cf. Phld.<i>Rh</i>.2.190, προστίθησι τὸ ὄνομα [[αὐτοῦ]] καθ' ἕκαστον δ. D.Chr.36.12, 33.1.
}}
}}

Revision as of 12:24, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διανόημα Medium diacritics: διανόημα Low diacritics: διανόημα Capitals: ΔΙΑΝΟΗΜΑ
Transliteration A: dianóēma Transliteration B: dianoēma Transliteration C: dianoima Beta Code: diano/hma

English (LSJ)

ατος, τό,

   A thought, notion, X.HG7.5.19, Isoc.3.9, Pl.Smp.210d; διανοήματος εὐτέλεια Plu.2.40c; thought, opp. words, Pl.Prt.348d, Phld.Po.2.30,40: pl., meanings of words, Id.Rh.2.190S.; esp. whim, sick fancy, Hp.Epid.1.23; intention, PLond.5.1724.15, etc.

German (Pape)

[Seite 592] τό, der Gedanke, die Meinung, der Entschluß; Plat. Prot. 548 d Conv. 210 d; – δ. διανοεῖσθαι, Legg. X, 903 a; Xen. Hell. 7, 5, 19; – Folgde.

Greek (Liddell-Scott)

διανόημα: τό, σκέμμα, ἰδέα, Πλάτ. Πρωτ. 348D, Συμπ. 210D, κτλ.· ἰδίως, φαντασία, ψευδὴς ἰδέα, Ἱππ. Ἐπιδ. 1. 959.

French (Bailly abrégé)

ατος (τό) :
pensée, idée.
Étymologie: διανοέομαι.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
I 1intención, proyecto τελευτᾷ τὸ ἐπιχείρημα τῶν διανοημάτων Hp.Vict.1.2, τῆς φθορᾶς ... ὅλου τοῦ διανοήματος οὐ δειλίαν οὖσαν τὴν αἰτίαν no siendo la cobardía la causa de la ruina del proyecto en su conjunto Pl.Lg.688c, op. καρδία LXX Da.8.25, cf. Ez.14.3, εἰδὼς αὐτῶν τὰ διανοήματα Eu.Luc.11.17, cf. D.C.57.5.5.
2 razonamiento ᾧ (νῷ μόνῳ) δὴ καὶ διανοήματι λάβωμεν αὐτοῦ por el cual (el intelecto solo) y por el razonamiento podamos concebirlo Pl.Lg.898e, τῶν διανοημάτων ἡ ἐκ τοῦ νοῦ φερομένη δύναμις Pl.Ti.71b, φιλοτίμων γὰρ ἀνδρῶν τὰ τοιαῦτα διανοήματα X.HG 7.5.19, τῶν μ[ὲ] ν ἐπὶ μέρους διανο[η] μάτων ἀπειρότατός ἐστιν Phld.Cont.4.12, τῶν μαθημάτων ἔσται καὶ τῶν διανοημάτων τὸ αἰσθητικόν Plot.4.3.29, μίμησις γὰρ οὐ χρῆσίς ἐστι τῶν διανοημάτων D.H.Rh.10.19, περὶ ... τούτου τοῦ διανοήματος ἄλλοι ἄλλως φανοῦσιν Vett.Val.147.1, γενναίως χρῆται τῷ διανοήματι Sch.Er.Il.19.174a, φαῦλον Phld.Po.C fr.h.17, cf. PLond.1724.15 (VI d.C.), γελοῖον Sch.Er.Il.4.310a
op. λόγος pensamiento ἵνα ... καλοὺς λόγους ... τίκτῃ καὶ διανοήματα ἐν φιλοσοφίᾳ ἀφθόνῳ Pl.Smp.210d, cf. Hp.Epid.1.23, op. ῥῆμα Plu.2.40c, op. ἔργον: καὶ τῶν ἔργων καὶ τῶν διανοημάτων ἁπάντων ἡγεμόνα λόγον ὄντα Isoc.3.9, 15.257, op. πρᾶξις Arr.Epict.2.8.13, Nemes.Nat.Hom.M.40.741B, op. λόγος y ἔργον Pl.Prt.348d.
3 noción, idea, concepto περὶ θεῶν ... διανοήματα Pl.Epin.988c, como ‘contenido’ de la obra poética, op. σύνθεσις Phld.Po.B fr.11.1.2.
II significado στίχους ... ὑπὸ τὸ αὐτὸ δ. τάξαι Chrysipp.Stoic.2.255, cf. Phld.Rh.2.190, προστίθησι τὸ ὄνομα αὐτοῦ καθ' ἕκαστον δ. D.Chr.36.12, 33.1.