λαμπροφωνία: Difference between revisions
From LSJ
μηδενί δίκην δικάσῃς πρίν ἀμφοῖν μῦθον ἀκούσῃς → do not give your judgement on anything until you have heard a speech on both sides
(22) |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)( [ὁἡ]) ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2, $3 $4") |
||
(5 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{LSJ2 | |||
|Full diacritics=λαμπροφωνία | |||
|Medium diacritics=λαμπροφωνία | |||
|Low diacritics=λαμπροφωνία | |||
|Capitals=ΛΑΜΠΡΟΦΩΝΙΑ | |||
|Transliteration A=lamprophōnía | |||
|Transliteration B=lamprophōnia | |||
|Transliteration C=lamprofonia | |||
|Beta Code=lamprofwni/a | |||
|Definition=v. sub [[λαμπρόφωνος]]. | |||
}} | |||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0013.png Seite 13]] ἡ, helle, laute Stimme des Herolds, Her. 6, 60; Plut. u. a. Sp. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0013.png Seite 13]] ἡ, helle, laute Stimme des Herolds, Her. 6, 60; Plut. u. a. Sp. | ||
Line 7: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[λαμπροφωνία]], ιων. τ. λαμπροφωνίη, ἡ (Α) [[λαμπρόφωνος]]<br />το να έχει [[κάποιος]] [[λαμπρή]], δυνατή και ευκρινή [[φωνή]] («οὐ κατὰ λαμπροφωνίην ἐπιτιθέμενοι ἄλλοι σφέας παρακλήιουσι», <b>Ηρόδ.</b>). | |mltxt=[[λαμπροφωνία]], ιων. τ. λαμπροφωνίη, ἡ (Α) [[λαμπρόφωνος]]<br />το να έχει [[κάποιος]] [[λαμπρή]], δυνατή και ευκρινή [[φωνή]] («οὐ κατὰ λαμπροφωνίην ἐπιτιθέμενοι ἄλλοι σφέας παρακλήιουσι», <b>Ηρόδ.</b>). | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''λαμπροφωνία:''' Ιων. [[λαμπροφωνίη]], ἡ, [[ευκρίνεια]] και [[ηχηρότητα]] φωνής, σε Ηρόδ. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''λαμπροφωνία:''' ион. [[λαμπροφωνίη]] ἡ [[чистота голоса]], [[ясный голос]] (''[[sc.]]'' τῶν κηρύκων Her.). | |||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=[[λαμπροφωνία]], ἡ,<br />[[clearness]] and [[loudness]] of [[voice]], Hdt. [from [[λαμπρόφωνος]] | |||
}} | }} |
Latest revision as of 08:14, 11 May 2023
English (LSJ)
v. sub λαμπρόφωνος.
German (Pape)
[Seite 13] ἡ, helle, laute Stimme des Herolds, Her. 6, 60; Plut. u. a. Sp.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
voix claire ou forte.
Étymologie: λαμπρόφωνος.
Greek Monolingual
λαμπροφωνία, ιων. τ. λαμπροφωνίη, ἡ (Α) λαμπρόφωνος
το να έχει κάποιος λαμπρή, δυνατή και ευκρινή φωνή («οὐ κατὰ λαμπροφωνίην ἐπιτιθέμενοι ἄλλοι σφέας παρακλήιουσι», Ηρόδ.).
Greek Monotonic
λαμπροφωνία: Ιων. λαμπροφωνίη, ἡ, ευκρίνεια και ηχηρότητα φωνής, σε Ηρόδ.
Russian (Dvoretsky)
λαμπροφωνία: ион. λαμπροφωνίη ἡ чистота голоса, ясный голос (sc. τῶν κηρύκων Her.).
Middle Liddell
λαμπροφωνία, ἡ,
clearness and loudness of voice, Hdt. [from λαμπρόφωνος