ἡμιπλίνθιον: Difference between revisions
αἰθὴρ δ᾽ ἐλαφραῖς πτερύγων ῥιπαῖς ὑποσυρίζει (Aeschylus, Prometheus Bound 126) → The bright air fanned | whistles and shrills with rapid beat of wings.
(16) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(16 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=imiplinthion | |Transliteration C=imiplinthion | ||
|Beta Code=h(mipli/nqion | |Beta Code=h(mipli/nqion | ||
|Definition=τό, (πλίνθος) | |Definition=τό, ([[πλίνθος]]) [[half-plinth]], [[brick]] (two of which formed a [[plinth]]), <b class="b3">ἡμιπλίνθια χρυσοῦ</b> [[ingot]]s of [[gold]], [[Herodotus|Hdt.]]1.50, cf. ''IG''12.314.82:—also [[ἡμίπλινθος]], ὁ, ''Glossaria''. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1169.png Seite 1169]] τό, Halbziegel, Her. 1, 50; Themist. or. 19. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1169.png Seite 1169]] τό, Halbziegel, Her. 1, 50; Themist. or. 19. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (τό) :<br />[[demi-brique]].<br />'''Étymologie:''' ἡμι-, [[πλίνθος]]. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἡμιπλίνθιον:''' τό [[полукирпич]] (прямоугольная плитка размером 1 х 2) Her. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἡμιπλίνθιον''': τό, ([[πλίνθος]]) [[ἡμίσεια]] [[πλίνθος]], «τοῦβλον» (ὧν δύο ἀπετέλουν μίαν πλίνθον), Λατ. semilaterium, ἡμιπλίνθια χρυσοῦ, ἐλάσματα παχέα ἀκατεργάστου χρυσοῦ, Ἡρόδ. 1. 50. | |lstext='''ἡμιπλίνθιον''': τό, ([[πλίνθος]]) [[ἡμίσεια]] [[πλίνθος]], «τοῦβλον» (ὧν δύο ἀπετέλουν μίαν πλίνθον), Λατ. semilaterium, ἡμιπλίνθια χρυσοῦ, ἐλάσματα παχέα ἀκατεργάστου χρυσοῦ, Ἡρόδ. 1. 50. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἡμιπλίνθιον]], τὸ και ἡμίπλινθος, ἡ (Α) [[ημίπλινθος]]<br />μισή [[πλίνθος]], μισό τούβλο. | |mltxt=[[ἡμιπλίνθιον]], τὸ και ἡμίπλινθος, ἡ (Α) [[ημίπλινθος]]<br />μισή [[πλίνθος]], μισό τούβλο. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἡμιπλίνθιον:''' τό ([[πλίνθος]]), μισή [[πλίνθος]], το ένα τούβλο [[δύο]] από τα οποία σχημάτιζαν [[μία]] πλίνθο, σε Ηρόδ. | |||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=[[ἡμι-]]πλίνθιον, ου, τό, [[πλίνθος]]<br />a [[half]]-plinth, a [[brick]] (two of [[which]] formed a plinth), Hdt. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 12:06, 4 September 2023
English (LSJ)
τό, (πλίνθος) half-plinth, brick (two of which formed a plinth), ἡμιπλίνθια χρυσοῦ ingots of gold, Hdt.1.50, cf. IG12.314.82:—also ἡμίπλινθος, ὁ, Glossaria.
German (Pape)
[Seite 1169] τό, Halbziegel, Her. 1, 50; Themist. or. 19.
French (Bailly abrégé)
ου (τό) :
demi-brique.
Étymologie: ἡμι-, πλίνθος.
Russian (Dvoretsky)
ἡμιπλίνθιον: τό полукирпич (прямоугольная плитка размером 1 х 2) Her.
Greek (Liddell-Scott)
ἡμιπλίνθιον: τό, (πλίνθος) ἡμίσεια πλίνθος, «τοῦβλον» (ὧν δύο ἀπετέλουν μίαν πλίνθον), Λατ. semilaterium, ἡμιπλίνθια χρυσοῦ, ἐλάσματα παχέα ἀκατεργάστου χρυσοῦ, Ἡρόδ. 1. 50.
Greek Monolingual
ἡμιπλίνθιον, τὸ και ἡμίπλινθος, ἡ (Α) ημίπλινθος
μισή πλίνθος, μισό τούβλο.
Greek Monotonic
ἡμιπλίνθιον: τό (πλίνθος), μισή πλίνθος, το ένα τούβλο δύο από τα οποία σχημάτιζαν μία πλίνθο, σε Ηρόδ.
Middle Liddell
ἡμι-πλίνθιον, ου, τό, πλίνθος
a half-plinth, a brick (two of which formed a plinth), Hdt.