φρητία: Difference between revisions

From LSJ

Ζήλου τὸν ἐσθλὸν ἄνδρα καὶ τὸν σώφρονα → Probi viri esto temperantisque aemulus → Dem Edlen eifre nach und dem Besonnenen

Menander, Monostichoi, 192
(13)
 
m (LSJ1 replacement)
 
(5 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=fritia
|Transliteration C=fritia
|Beta Code=frhti/a
|Beta Code=frhti/a
|Definition=ἡ, Ion. for <b class="b3">φρεατία</b>, Hsch.: φρητίον, τό, <span class="title">IG</span>14.217 (pl.).
|Definition=ἡ, Ion. for [[φρεατία]], [[Hesychius Lexicographus|Hsch.]]: φρητίον, τό, ''IG''14.217 (pl.).
}}
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1306.png Seite 1306]] ἡ, ion. zsgzgn = [[φρεατία]], Mathem. vett.
}}
{{ls
|lstext='''φρητία''': Ἰων. ἀντὶ [[φρεατία]], «[[φρητία]]· [[στόμα]] φρέατος· Ἡσύχ. φρητίον, τό, Συλλ. Ἐπιγρ. 5430.
}}
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />ἡ, Α<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «[[στόμα]] φρέατος».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[φρεατία]], με [[συναίρεση]] τών -<i>εα</i>-].<br /><b>(II)</b><br />ἡ, Α<br />[[φρατρία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>φρᾱτ</i>- <span style="color: red;"><</span> θ. <i>φρατρ</i>- της λ. [[φράτηρ]] (<b>βλ.</b> και λ. [[φατρία]], [[φράτρα]]) με ανομοιωτική [[αποβολή]] του δεύτερου -<i>ρ</i>-].
}}
}}

Latest revision as of 11:34, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φρητία Medium diacritics: φρητία Low diacritics: φρητία Capitals: ΦΡΗΤΙΑ
Transliteration A: phrētía Transliteration B: phrētia Transliteration C: fritia Beta Code: frhti/a

English (LSJ)

ἡ, Ion. for φρεατία, Hsch.: φρητίον, τό, IG14.217 (pl.).

German (Pape)

[Seite 1306] ἡ, ion. zsgzgn = φρεατία, Mathem. vett.

Greek (Liddell-Scott)

φρητία: Ἰων. ἀντὶ φρεατία, «φρητία· στόμα φρέατος· Ἡσύχ. φρητίον, τό, Συλλ. Ἐπιγρ. 5430.

Greek Monolingual

(I)
ἡ, Α
(κατά τον Ησύχ.) «στόμα φρέατος».
[ΕΤΥΜΟΛ. < φρεατία, με συναίρεση τών -εα-].
(II)
ἡ, Α
φρατρία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. φρᾱτ- < θ. φρατρ- της λ. φράτηρ (βλ. και λ. φατρία, φράτρα) με ανομοιωτική αποβολή του δεύτερου -ρ-].