νεκροκορίνθια: Difference between revisions

From LSJ

κρατίστην εἶναι δημοκρατίαν τὴν μήτε πλουσίους ἄγαν μήτε πένητας ἔχουσαν πολίτας → the best democracy is that in which the citizens are neither very rich nor very poor (Thales/Plutarch)

Source
(26)
m (LSJ1 replacement)
 
(6 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=nekrokorinthia
|Transliteration C=nekrokorinthia
|Beta Code=nekrokori/nqia
|Beta Code=nekrokori/nqia
|Definition=τά, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">vases dug out of the tombs of Corinth</b>, <span class="bibl">Str.8.6.23</span>.</span>
|Definition=τά, [[vases dug out of the tombs of Corinth]], Str.8.6.23.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[νεκροκορίνθια]], τὰ (Α)<br />(στη [[Ρώμη]]) πήλινα αγγεία που είχαν εξαχθεί από τους τάφους της Κορίνθου και είχαν μεταφερθεί στη [[Ρώμη]].
|mltxt=[[νεκροκορίνθια]], τὰ (Α)<br />(στη [[Ρώμη]]) πήλινα αγγεία που είχαν εξαχθεί από τους τάφους της Κορίνθου και είχαν μεταφερθεί στη [[Ρώμη]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''νεκροκορίνθια:''' τά, τεφροδόχοι υδρίες από τους τάφους της Κορίνθου που μεταφέρθηκαν στη [[Ρώμη]], σε Στράβ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=νεκρο-κορίνθια, ων, τά,<br />the cinerary urns dug out of the tombs of [[Corinth]], Strab.
}}
}}

Latest revision as of 12:01, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νεκροκορίνθια Medium diacritics: νεκροκορίνθια Low diacritics: νεκροκορίνθια Capitals: ΝΕΚΡΟΚΟΡΙΝΘΙΑ
Transliteration A: nekrokorínthia Transliteration B: nekrokorinthia Transliteration C: nekrokorinthia Beta Code: nekrokori/nqia

English (LSJ)

τά, vases dug out of the tombs of Corinth, Str.8.6.23.

German (Pape)

[Seite 237] τά, nannte man in Rom die aus den Gräbern in Korinth ausgegrabenen Aschenkrüge von künstlicher Arbeit, Strab. 8, 6, 23.

Greek (Liddell-Scott)

νεκροκορίνθια: τά, ἐν Ρώμῃ ἐλέγοντο οὕτω τὰ ἐκ τῶν ἐν Κορίνθῳ τάφων ληφθέντα τορεύματα καὶ μάλιστα τὰ ὀστράκινα, Στράβ. 381.

Greek Monolingual

νεκροκορίνθια, τὰ (Α)
(στη Ρώμη) πήλινα αγγεία που είχαν εξαχθεί από τους τάφους της Κορίνθου και είχαν μεταφερθεί στη Ρώμη.

Greek Monotonic

νεκροκορίνθια: τά, τεφροδόχοι υδρίες από τους τάφους της Κορίνθου που μεταφέρθηκαν στη Ρώμη, σε Στράβ.

Middle Liddell

νεκρο-κορίνθια, ων, τά,
the cinerary urns dug out of the tombs of Corinth, Strab.