οστρύα: Difference between revisions

From LSJ

Εὑρεῖν τὸ δίκαιον πανταχῶς οὐ ῥᾴδιον → Difficile inventu est iustum, ubi ubi quaesiveris → Zu finden, was gerecht ist, ist durchaus nicht leicht

Menander, Monostichoi, 178
(29)
 
m (Text replacement - "-ίδος" to "-ίδος")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (Α [[ὀστρύα]] και ὀστρύη και ὀστρυΐς και [[ὄστρυς]])<br />[[γένος]] δένδρων με σκληρό [[ξύλο]], το οποίο, σύμφωνα με τη σύγχρονη επιστημονική [[ταξινόμηση]], ανήκει στην [[οικογένεια]] βετουλίδες και περιλαμβάνει 7 είδη, γνωστά [[σήμερα]] με την [[κοινή]] [[ονομασία]] [[οστρυά]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άγνωστης ετυμολ. Η λ. εμφανίζεται με [[τρεις]] διαφορετικές καταλήξεις: <i>ὀστρ</i>-<i>ύα</i> (<b>πρβλ.</b> <i>ὀξ</i>-<i>ύα</i>), <i>ὀστρυΐς</i>, -[[ίδος]] με [[επίθημα]] -<i>ιδ</i>-, πιθ. δευτερογενές, και [[ὄστρυς]] (<b>πρβλ.</b> [[σίκυς]]). Πολλοί εντάσσουν τη λ. [[ὄστρυς]], όπως και τη λ. [[σίκυς]], σε μια [[σειρά]] δάνειων λέξων].
|mltxt=η (Α [[ὀστρύα]] και ὀστρύη και ὀστρυΐς και [[ὄστρυς]])<br />[[γένος]] δένδρων με σκληρό [[ξύλο]], το οποίο, σύμφωνα με τη σύγχρονη επιστημονική [[ταξινόμηση]], ανήκει στην [[οικογένεια]] βετουλίδες και περιλαμβάνει 7 είδη, γνωστά [[σήμερα]] με την [[κοινή]] [[ονομασία]] [[οστρυά]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άγνωστης ετυμολ. Η λ. εμφανίζεται με [[τρεις]] διαφορετικές καταλήξεις: <i>ὀστρ</i>-<i>ύα</i> ([[πρβλ]]. [[ὀξύα]]), <i>ὀστρυΐς</i>, -ίδος με [[επίθημα]] -<i>ιδ</i>-, πιθ. δευτερογενές, και [[ὄστρυς]] (<b>πρβλ.</b> [[σίκυς]]). Πολλοί εντάσσουν τη λ. [[ὄστρυς]], όπως και τη λ. [[σίκυς]], σε μια [[σειρά]] δάνειων λέξων].
}}
}}

Latest revision as of 14:11, 1 March 2024

Greek Monolingual

η (Α ὀστρύα και ὀστρύη και ὀστρυΐς και ὄστρυς)
γένος δένδρων με σκληρό ξύλο, το οποίο, σύμφωνα με τη σύγχρονη επιστημονική ταξινόμηση, ανήκει στην οικογένεια βετουλίδες και περιλαμβάνει 7 είδη, γνωστά σήμερα με την κοινή ονομασία οστρυά.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ. Η λ. εμφανίζεται με τρεις διαφορετικές καταλήξεις: ὀστρ-ύα (πρβλ. ὀξύα), ὀστρυΐς, -ίδος με επίθημα -ιδ-, πιθ. δευτερογενές, και ὄστρυς (πρβλ. σίκυς). Πολλοί εντάσσουν τη λ. ὄστρυς, όπως και τη λ. σίκυς, σε μια σειρά δάνειων λέξων].