συνεκδρομή: Difference between revisions

From LSJ

Τῶν εὐτυχούντων πάντες ἄνθρωποι φίλοι → Homines amici sunt omnes felicibus → Nur derer, die im Glück sind, Freund ist jeder Mensch

Menander, Monostichoi, 507
(39)
m (LSJ1 replacement)
 
(8 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=synekdromi
|Transliteration C=synekdromi
|Beta Code=sunekdromh/
|Beta Code=sunekdromh/
|Definition=ἡ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">running out together</b>: metaph., <b class="b2">following the same rule, analogy</b>, <span class="bibl">A.D.<span class="title">Adv.</span>142.9</span>, <span class="bibl"><span class="title">Synt.</span> 49.14</span>, <span class="bibl">Simp. <span class="title">in Ph.</span>274.25</span>, <span class="bibl">Eust.341.22</span>, <span class="bibl"><span class="title">EM</span>66.52</span>.</span>
|Definition=ἡ, [[running out together]]: metaph., [[following the same rule]], [[analogy]], A.D.''Adv.''142.9, ''Synt.'' 49.14, Simp. ''in Ph.''274.25, Eust.341.22, ''EM''66.52.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1012.png Seite 1012]] ἡ, gemeinschaftliches Auslaufen, gemeinschaftlicher Ausfall u. Angriff, Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1012.png Seite 1012]] ἡ, gemeinschaftliches Auslaufen, gemeinschaftlicher Ausfall u. Angriff, Sp.
}}
{{elru
|elrutext='''συνεκδρομή:''' ἡ грам. отклонение по аналогии, аналогическая неправильность.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''συνεκδρομή''': ἡ, τὸ συνεκτρέχειν μεταφ., ὁ κατ’ ἀναλογίαν ἄλλης λέξεως [[σχηματισμός]], Α. Β. 552, Εὐστ. 431. 23, Ἐτυμ. Μέγ. 66, 50-2., 44, 16· ἴδε [[ἀκαμαντοχάρμας]].
|lstext='''συνεκδρομή''': ἡ, τὸ συνεκτρέχειν μεταφ., ὁ κατ’ ἀναλογίαν ἄλλης λέξεως [[σχηματισμός]], Α. Β. 552, Εὐστ. 431. 23, Ἐτυμ. Μέγ. 66, 50-2., 44, 16· ἴδε [[ἀκαμαντοχάρμας]].
}}
{{grml
|mltxt=ἡ, ΜΑ<br /><b>1.</b> η από κοινού [[εξόρμηση]], [[έφοδος]]<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> (για λέξεις) [[αναλογία]], [[ομοιότητα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ἐκδρομή]] «[[εξόρμηση]], [[μετάβαση]]». Η λ. αποτελεί εκφραστικό της ρημ. ενέργειας του ρ. [[συνεκτρέχω]].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ἡ, ΜΑ<br /><b>1.</b> η από κοινού [[εξόρμηση]], [[έφοδος]]<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> (για λέξεις) [[αναλογία]], [[ομοιότητα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ἐκδρομή]] «[[εξόρμηση]], [[μετάβαση]]». Η λ. αποτελεί εκφραστικό της ρημ. ενέργειας του ρ. [[συνεκτρέχω]].
|mltxt=ἡ, ΜΑ<br /><b>1.</b> η από κοινού [[εξόρμηση]], [[έφοδος]]<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> (για λέξεις) [[αναλογία]], [[ομοιότητα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ἐκδρομή]] «[[εξόρμηση]], [[μετάβαση]]». Η λ. αποτελεί εκφραστικό της ρημ. ενέργειας του ρ. [[συνεκτρέχω]].
}}
}}

Latest revision as of 11:02, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνεκδρομή Medium diacritics: συνεκδρομή Low diacritics: συνεκδρομή Capitals: ΣΥΝΕΚΔΡΟΜΗ
Transliteration A: synekdromḗ Transliteration B: synekdromē Transliteration C: synekdromi Beta Code: sunekdromh/

English (LSJ)

ἡ, running out together: metaph., following the same rule, analogy, A.D.Adv.142.9, Synt. 49.14, Simp. in Ph.274.25, Eust.341.22, EM66.52.

German (Pape)

[Seite 1012] ἡ, gemeinschaftliches Auslaufen, gemeinschaftlicher Ausfall u. Angriff, Sp.

Russian (Dvoretsky)

συνεκδρομή: ἡ грам. отклонение по аналогии, аналогическая неправильность.

Greek (Liddell-Scott)

συνεκδρομή: ἡ, τὸ συνεκτρέχειν μεταφ., ὁ κατ’ ἀναλογίαν ἄλλης λέξεως σχηματισμός, Α. Β. 552, Εὐστ. 431. 23, Ἐτυμ. Μέγ. 66, 50-2., 44, 16· ἴδε ἀκαμαντοχάρμας.

Greek Monolingual

ἡ, ΜΑ
1. η από κοινού εξόρμηση, έφοδος
2. μτφ. (για λέξεις) αναλογία, ομοιότητα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + ἐκδρομή «εξόρμηση, μετάβαση». Η λ. αποτελεί εκφραστικό της ρημ. ενέργειας του ρ. συνεκτρέχω.