προγαστρίδιον: Difference between revisions

From LSJ

οὐ μακαριεῖς τὸν γέροντα, καθ' ὅσον γηράσκων τελευτᾷ, ἀλλ' εἰ τοῖς ἀγαθοῖς συμπεπλήρωται· ἕνεκα γὰρ χρόνου πάντες ἐσμὲν ἄωροι → do not count happy the old man who dies in old age, unless he is full of goods; in fact we are all unripe in regards to time

Source
(4)
(1b)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 4: Line 4:
{{elru
{{elru
|elrutext='''προγαστρίδιον:''' (ῐ) τό набрюшник Luc.
|elrutext='''προγαστρίδιον:''' (ῐ) τό набрюшник Luc.
}}
{{elnl
|elnltext=προγαστρίδιον -ου, τό [προγάστωρ] nepbuik (van toneelspelers).
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=προ-[[γαστρίδιον]], ου, τό, [[γαστήρ]]<br />a false [[paunch]] [[worn]] by actors, Luc.
}}
}}

Latest revision as of 00:15, 10 January 2019

Greek Monotonic

προγαστρίδιον: τό (γαστήρ), ψεύτικη κοιλιά που φορούσαν οι ηθοποιοί, σε Λουκ.

Russian (Dvoretsky)

προγαστρίδιον: (ῐ) τό набрюшник Luc.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

προγαστρίδιον -ου, τό [προγάστωρ] nepbuik (van toneelspelers).

Middle Liddell

προ-γαστρίδιον, ου, τό, γαστήρ
a false paunch worn by actors, Luc.