высокомерие: Difference between revisions
From LSJ
Οὐκ ἔστιν εὑρεῖν βίον ἄλυπον οὐδενός → Vacuam invenire non datur vitam malis → Kein Leben lässt sich finden frei von jedem Leid
(ru-m-18-oct) |
m (Text replacement - "]] ;;" to "]],") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ruel | {{ruel | ||
|rueltext=[[σεμνόν]] | |rueltext=[[σεμνόν]], [[μεγαλοφροσύνη]], [[ὑπερηφανία]], [[ὑπερφροσύνη]], [[στρῆνος]], [[φρονηματισμός]], [[ὕψωμα]], [[ὑπεροπλία]], [[αὔχη]], [[αὔχα]], [[μεγαλοψυχία]], [[ἐπισκύνιον]], [[ὑπεροψία]], [[ἀνάτασις]], [[μεγαληνορία]], [[μεγαλανορία]], [[φρόνημα]], [[φρόνησις]], [[κόρος]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 17:25, 18 October 2019
Russian > Greek
σεμνόν, μεγαλοφροσύνη, ὑπερηφανία, ὑπερφροσύνη, στρῆνος, φρονηματισμός, ὕψωμα, ὑπεροπλία, αὔχη, αὔχα, μεγαλοψυχία, ἐπισκύνιον, ὑπεροψία, ἀνάτασις, μεγαληνορία, μεγαλανορία, φρόνημα, φρόνησις, κόρος