συνδιατριβή: Difference between revisions
From LSJ
Τὸ νικᾶν αὐτὸν αὑτὸν πασῶν νικῶν πρώτη τε καὶ ἀρίστη. Τὸ δὲ ἡττᾶσθαι αὐτὸν ὑφ' ἑαυτοῦ πάντων αἴσχιστόν τε ἅμα καὶ κάκιστον. → Τo conquer yourself is the first and best victory of all, while to be conquered by yourself is of all the most shameful as well as evil
m (LSJ2 replacement) |
m (Text replacement - "({{grml\n.*\n}})\n\1" to "$1") |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''συνδιατρῐβή''': ἡ, τὸ συνδιατρίβειν, τὸ [[ὁμοῦ]] διέρχεσθαι τὸν χρόνον, [[συναναστροφή]], Φίλων 6. 671, Ἐπιφάν. τ. 1, σ. 158D, κλπ. | |lstext='''συνδιατρῐβή''': ἡ, τὸ συνδιατρίβειν, τὸ [[ὁμοῦ]] διέρχεσθαι τὸν χρόνον, [[συναναστροφή]], Φίλων 6. 671, Ἐπιφάν. τ. 1, σ. 158D, κλπ. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ἡ, ΜΑ [[συνδιατρίβω]]<br />[[συναναστροφή]]. | |mltxt=ἡ, ΜΑ [[συνδιατρίβω]]<br />[[συναναστροφή]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 20:00, 27 September 2022
English (LSJ)
ἡ, passing time together, intercourse, discussion, τεχνίταις Phld. Hom. p. 28 O., cf. Ph. 2.671, etc.
German (Pape)
[Seite 1008] ἡ, das mit einander Hinbringen der Zeit, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
συνδιατρῐβή: ἡ, τὸ συνδιατρίβειν, τὸ ὁμοῦ διέρχεσθαι τὸν χρόνον, συναναστροφή, Φίλων 6. 671, Ἐπιφάν. τ. 1, σ. 158D, κλπ.
Greek Monolingual
ἡ, ΜΑ συνδιατρίβω
συναναστροφή.