θηριότροφος: Difference between revisions

From LSJ

Τὸ δ' ἐκ τυράννων αἰσχροκέρδειαν φιλεῖ → The race of tyrants loves shameful profit

Sophocles, Antigone, 1056
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
m (pape replacement)
 
Line 12: Line 12:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[θηριότροφος]], -ον (Α)<br />αυτός που τρώει θηρία, που τρέφεται από σάρκες θηρίων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[θηρίο]] <span style="color: red;">+</span> -<i>τροφος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[τρέφω]]), [[πρβλ]]. [[λιπαρότροφος]], [[νεότροφος]]].
|mltxt=[[θηριότροφος]], -ον (Α)<br />αυτός που τρώει θηρία, που τρέφεται από σάρκες θηρίων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[θηρίο]] <span style="color: red;">+</span> -<i>τροφος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[τρέφω]]), [[πρβλ]]. [[λιπαρότροφος]], [[νεότροφος]]].
}}
{{pape
|ptext=<i>wilde [[Tiere]] [[essend]]</i>, Galen.
}}
}}

Latest revision as of 17:03, 24 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θηριότροφος Medium diacritics: θηριότροφος Low diacritics: θηριότροφος Capitals: ΘΗΡΙΟΤΡΟΦΟΣ
Transliteration A: thēriótrophos Transliteration B: thēriotrophos Transliteration C: thiriotrofos Beta Code: qhrio/trofos

English (LSJ)

ον, Pass., fed on reptiles, Gal. 11.143.

Greek Monolingual

θηριότροφος, -ον (Α)
αυτός που τρώει θηρία, που τρέφεται από σάρκες θηρίων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θηρίο + -τροφος (< τρέφω), πρβλ. λιπαρότροφος, νεότροφος].

German (Pape)

wilde Tiere essend, Galen.