καινουργής: Difference between revisions

From LSJ

Θέλομεν καλῶς ζῆν πάντες, ἀλλ' οὐ δυνάμεθα → Bene vivere omnes volumus, at non possumus → Gut leben wollen wir alle, doch wir können es nicht

Menander, Monostichoi, 236
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
m (LSJ1 replacement)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=kainourgis
|Transliteration C=kainourgis
|Beta Code=kainourgh/s
|Beta Code=kainourgh/s
|Definition=ές, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[newly made]], [[τρίποδες]] Sch.<span class="bibl">Il.9.122</span>.</span>
|Definition=καινουργές, [[newly made]], [[τρίποδες]] Sch.Il.9.122.
}}
}}
{{pape
{{pape

Latest revision as of 12:11, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: καινουργής Medium diacritics: καινουργής Low diacritics: καινουργής Capitals: ΚΑΙΝΟΥΡΓΗΣ
Transliteration A: kainourgḗs Transliteration B: kainourgēs Transliteration C: kainourgis Beta Code: kainourgh/s

English (LSJ)

καινουργές, newly made, τρίποδες Sch.Il.9.122.

German (Pape)

[Seite 1295] ές, neu gemacht, Schol. Il. 9, 122, Erkl. von ἄπυροι τρίποδες.

Greek (Liddell-Scott)

καινουργής: -ές, καινούργιος, ἀμεταχείριστος, Σχόλ. εἰς Ἰλ. Ι. 122.

Greek Monolingual

-ές (Α καινουργής, -ές)
1. πρόσφατα κατασκευασμένος, αμεταχείριστος, καινούργιος
2. φρ. «από καινουργής» — εξ αρχής, εκ νέου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < καινο-Fεργής με σίγηση του F και συναίρεση < καινός + -(F)εργής (< (F)ἔργον), πρβλ. αληθουργής, νεουργής].