μηλοβαφής: Difference between revisions
From LSJ
τὰ μέλλοντα τοῖς γεγενημένοις τεκμαίρεσθαι → determine the future on the basis of the past
m (Text replacement - "(<b class="b2">)([\w\s'-]+)(<\/b>)" to "$2") |
m (LSJ1 replacement) |
||
(One intermediate revision by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=milovafis | |Transliteration C=milovafis | ||
|Beta Code=mhlobafh/s | |Beta Code=mhlobafh/s | ||
|Definition= | |Definition=μηλοβαφές, [[coloured a quince-yellow]], ([[λίθοι]]) Ph.Byz.''Mir.''2. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Latest revision as of 11:51, 25 August 2023
English (LSJ)
μηλοβαφές, coloured a quince-yellow, (λίθοι) Ph.Byz.Mir.2.
German (Pape)
[Seite 172] ές, quittengelb gefärbt, Philo.
Greek (Liddell-Scott)
μηλοβᾰφής: -ές, βεβαμμένος μὲ χρῶμα κίτρινον οἷον τὸ τῶν κυδωνίων, Φίλων Βυζ. περὶ τῶν Ζ΄ θαυμάτ. 2.
Greek Monolingual
μηλοβαφής, -ές (Α)
βαμμένος με κίτρινο χρώμα, όπως είναι το χρώμα τών κυδωνιών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μῆλον (Ι) + -βαφής (< θ. βαφ-, πρβλ. βαφή του βάπτω), πρβλ. θαλασσοβαφής, χρυσοβαφής].