περισσόνους: Difference between revisions

From LSJ

πωγωνοτροφία φιλόσοφoν οὐ ποιεῖ → a long beard does not make the philosopher

Source
m (pape replacement)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\]" to "πρβλ. $2$4]")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ουν, Α<br />αυτός που έχει εξαιρετική [[διάνοια]], [[μεγάλη]] [[αντίληψη]], έξοχο νου («[[περισσόνους]] [[κούρη]]» <b>Νόνν.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[περισσός]] <span style="color: red;">+</span> -[[νους]] / -<i>νοος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[νόος]] / [[νοῦς]]), <b>πρβλ.</b> <i>βραδύ</i>-[[νους]]].
|mltxt=-ουν, Α<br />αυτός που έχει εξαιρετική [[διάνοια]], [[μεγάλη]] [[αντίληψη]], έξοχο νου («[[περισσόνους]] [[κούρη]]» <b>Νόνν.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[περισσός]] <span style="color: red;">+</span> -[[νους]] / -<i>νοος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[νόος]] / [[νοῦς]]), [[πρβλ]]. [[βραδύνους]]].
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=zusammengezogen aus [[περισσόνοος]].
|ptext=zusammengezogen aus [[περισσόνοος]].
}}
}}

Latest revision as of 14:50, 11 May 2023

Greek Monolingual

-ουν, Α
αυτός που έχει εξαιρετική διάνοια, μεγάλη αντίληψη, έξοχο νου («περισσόνους κούρη» Νόνν.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < περισσός + -νους / -νοος (< νόος / νοῦς), πρβλ. βραδύνους].

German (Pape)

zusammengezogen aus περισσόνοος.