κίβος: Difference between revisions

From LSJ

Ποιητὴς, ὁπόταν ἐν τῷ τρίποδι τῆς Μούσης καθίζηται, τότε οὐκ ἔμφρων ἐστίν → Whenever a poet is seated on the Muses' tripod, he is not in his senses

Plato, Laws, 719c
(a)
 
m (LSJ2 replacement)
 
(2 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{LSJ2
|Full diacritics=κίβος
|Medium diacritics=κίβος
|Low diacritics=κίβος
|Capitals=ΚΙΒΟΣ
|Transliteration A=kíbos
|Transliteration B=kibos
|Transliteration C=kivos
|Beta Code=ki/bos
|Definition=v. [[κιβωτός]].
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1436.png Seite 1436]] = [[κιβώτιον]], Suid.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1436.png Seite 1436]] = [[κιβώτιον]], Suid.
}}
{{ls
|lstext='''κίβος''': ὁ, [[ἐνεός]], Ἡσύχ., κατὰ δὲ Σουΐδ. «[[κίβος]], [[κιβωτός]]».
}}
{{grml
|mltxt=[[κίβος]], ὁ (Α)<br />([[κατά]] το λεξ. [[Σούδα]]) «[[κιβωτός]]».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ίσως πρόκειται για αντίστροφο παρ. του [[κιβωτός]] ή για μεταπλασμό του κατ' [[επίδραση]] του λατ. <i>cibus</i>].
}}
}}

Latest revision as of 10:38, 31 January 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κίβος Medium diacritics: κίβος Low diacritics: κίβος Capitals: ΚΙΒΟΣ
Transliteration A: kíbos Transliteration B: kibos Transliteration C: kivos Beta Code: ki/bos

English (LSJ)

v. κιβωτός.

German (Pape)

[Seite 1436] = κιβώτιον, Suid.

Greek (Liddell-Scott)

κίβος: ὁ, ἐνεός, Ἡσύχ., κατὰ δὲ Σουΐδ. «κίβος, κιβωτός».

Greek Monolingual

κίβος, ὁ (Α)
(κατά το λεξ. Σούδα) «κιβωτός».
[ΕΤΥΜΟΛ. Ίσως πρόκειται για αντίστροφο παρ. του κιβωτός ή για μεταπλασμό του κατ' επίδραση του λατ. cibus].