παρότρυνσις: Difference between revisions
From LSJ
τούτου δὲ συμβαίνοντος ἀναγκαῖον γίγνεσθαι πάροδον καὶ τροπὰς τῶν ἐνδεδεμένων ἄστρων → but if this were so, there would have to be passings and turnings of the fixed stars
(a) |
mNo edit summary |
||
(One intermediate revision by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0528.png Seite 528]] ἡ, das Antreiben, Sp. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0528.png Seite 528]] ἡ, das [[Antreiben]], Sp. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''παρότρυνσις''': ἡ, [[παρόρμησις]], [[παρακίνησις]], πρὸς ἀποστασίαν [[παρότρυνσις]] Γεώργ. Παχυμ. ἐν βίῳ Ἀνδρονίκου Παλαιολ. σ. 39Ε. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=η / [[παρότρυνσις]], παροτρύνσεως, ΝΜ [[παροτρύνω]]<br />το να παροτρύνει [[κάποιος]] κάποιον [[άλλο]], [[προτροπή]], [[παρακίνηση]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 07:56, 3 June 2024
German (Pape)
[Seite 528] ἡ, das Antreiben, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
παρότρυνσις: ἡ, παρόρμησις, παρακίνησις, πρὸς ἀποστασίαν παρότρυνσις Γεώργ. Παχυμ. ἐν βίῳ Ἀνδρονίκου Παλαιολ. σ. 39Ε.
Greek Monolingual
η / παρότρυνσις, παροτρύνσεως, ΝΜ παροτρύνω
το να παροτρύνει κάποιος κάποιον άλλο, προτροπή, παρακίνηση.