στρατολόγος: Difference between revisions

From LSJ

ἀλλ' ἐσθ' ὁ θάνατος λοῖσθος ἰατρός κακῶν → but death is the ultimate healer of ills

Source
(c2)
 
(38)
 
Line 1: Line 1:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0952.png Seite 952]] ein Heer sammelnd, zusammenziehend, Soldaten zum Kriegsdienste werbend (?).
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0952.png Seite 952]] ein Heer sammelnd, zusammenziehend, Soldaten zum Kriegsdienste werbend (?).
}}
{{grml
|mltxt=ο, ΝΜ<br />[[αξιωματικός]] ή [[υπάλληλος]] ασχολούμενος με τη [[στρατολογία]], με τη [[συγκέντρωση]] και [[κατάταξη]] στρατευσίμων στον στρατό<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>μτφ.</b> [[άτομο]] που ασχολείται με την [[προσέλκυση]] συνεργατών ή οπαδών.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[στρατός]] <span style="color: red;">+</span> -[[λόγος]]].
}}
}}

Latest revision as of 12:32, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 952] ein Heer sammelnd, zusammenziehend, Soldaten zum Kriegsdienste werbend (?).

Greek Monolingual

ο, ΝΜ
αξιωματικός ή υπάλληλος ασχολούμενος με τη στρατολογία, με τη συγκέντρωση και κατάταξη στρατευσίμων στον στρατό
νεοελλ.
μτφ. άτομο που ασχολείται με την προσέλκυση συνεργατών ή οπαδών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στρατός + -λόγος].