ἁπτός: Difference between revisions
οὐδὲν γάρ ἐστι κεκαλυμμένον ὃ οὐκ ἀποκαλυφθήσεται → there is nothing hidden that will not be revealed, there is nothing concealed that will not be revealed, there is nothing covered that shall not be revealed, there is nothing covered that won't be uncovered
(6_10) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(18 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=aptos | |Transliteration C=aptos | ||
|Beta Code=a(pto/s | |Beta Code=a(pto/s | ||
|Definition= | |Definition=ἁπτή, ἁπτόν, ([[ἅπτω]])<br><span class="bld">A</span> [[tangible]], ὁρατὰ ἢ ἁπτὰ σώματα Pl.R.525d, cf. Ti. 32b, al., Arist.de An.424a12, Thphr.Od.64, etc.<br><span class="bld">II</span> ἁπτά· φάρμακα, [[Hesychius Lexicographus|Hsch.]] | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ή, -όν<br /><b class="num">1</b> [[que se puede tocar]], [[tangible]] ὁρατὰ ἢ ἁ. σώματα Pl.<i>R</i>.525d, οὐρανὸν ὁρατὸν καὶ ἁπτόν Pl.<i>Ti</i>.32b, ἡ ἀφὴ τοῦ ἁπτοῦ καὶ ἀνάπτου Arist.<i>de An</i>.424<sup>a</sup>12, cf. Plot.4.5.4 (φαντασίαι) ἁπταὶ ... οὐκ οὖσαι Epicur.<i>Fr</i>.[72] 13, ἁπτὰ καὶ ὁρατὰ μιμήματα Plu.2.765a, τῶν ἁπτῶν ποιοτήτων ... καθάπερ γε καὶ τῶν γευστῶν Gal.8.115, cf. Porph.<i>Abst</i>.1.33, Thphr.<i>Od</i>.64, Diog.Oen.122.2.3<br /><b class="num">•</b>neutr. como adv. [[tangiblemente]] Plu.2.38a.<br /><b class="num">2</b> ἁπτά· φάρμακα Hsch. | |||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ή, όν :<br />[[tangible]], [[palpable]].<br />'''Étymologie:''' [[ἅπτω]]¹. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἁπτός:'''<br /><b class="num">1</b> [[осязаемый]] ([[ὁρατός]] καὶ ἁ. Plat.);<br /><b class="num">2</b> [[осязательный]], [[осязающий]] (τὸ γευστόν ἐστιν ἁπτόν τι Arst.);<br /><b class="num">3</b> [[ощутительный]], [[заметный]] (διαφοραί Arst.). | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἁπτός''': -ή, -όν, (ἅπτω) ὁ εἰς τὴν αἴσθησιν τῆς ἁφῆς ὑποπίπτων, τὸ τοῦ Κικέρωνος tractabilis, ὁρατὰ καὶ ἁπτὰ σώματα Πλάτ. Πολ. 525D, πρβλ. Τίμ. 32Β, κ. ἀλλ., Ἀριστ. περὶ Ψυχ. 2.11, 1. | |lstext='''ἁπτός''': -ή, -όν, (ἅπτω) ὁ εἰς τὴν αἴσθησιν τῆς ἁφῆς ὑποπίπτων, τὸ τοῦ Κικέρωνος [[tractabilis]], ὁρατὰ καὶ ἁπτὰ σώματα Πλάτ. Πολ. 525D, πρβλ. Τίμ. 32Β, κ. ἀλλ., Ἀριστ. περὶ Ψυχ. 2.11, 1. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ή, -ό (AM ἀπτός, -ή, -όν) [[άπτω]]<br />ο [[χειροπιαστός]], ο [[ψηλαφητός]]. | |||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἁπτός:''' -ή, -όν, αυτός που υπόκειται στην [[αίσθηση]] της [[αφής]], που μπορεί [[κάποιος]] να ψαύσει, σε Πλάτ. | |||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=[[ἅπτω]]<br />[[subject]] to the [[sense]] of [[touch]], Plat. | |||
}} | |||
{{WoodhouseReversedUncategorized | |||
|woodrun=[[tangible]], [[that may be touched]] | |||
}} | }} |
Latest revision as of 09:13, 25 August 2023
English (LSJ)
ἁπτή, ἁπτόν, (ἅπτω)
A tangible, ὁρατὰ ἢ ἁπτὰ σώματα Pl.R.525d, cf. Ti. 32b, al., Arist.de An.424a12, Thphr.Od.64, etc.
II ἁπτά· φάρμακα, Hsch.
Spanish (DGE)
-ή, -όν
1 que se puede tocar, tangible ὁρατὰ ἢ ἁ. σώματα Pl.R.525d, οὐρανὸν ὁρατὸν καὶ ἁπτόν Pl.Ti.32b, ἡ ἀφὴ τοῦ ἁπτοῦ καὶ ἀνάπτου Arist.de An.424a12, cf. Plot.4.5.4 (φαντασίαι) ἁπταὶ ... οὐκ οὖσαι Epicur.Fr.[72] 13, ἁπτὰ καὶ ὁρατὰ μιμήματα Plu.2.765a, τῶν ἁπτῶν ποιοτήτων ... καθάπερ γε καὶ τῶν γευστῶν Gal.8.115, cf. Porph.Abst.1.33, Thphr.Od.64, Diog.Oen.122.2.3
•neutr. como adv. tangiblemente Plu.2.38a.
2 ἁπτά· φάρμακα Hsch.
French (Bailly abrégé)
ή, όν :
tangible, palpable.
Étymologie: ἅπτω¹.
Russian (Dvoretsky)
ἁπτός:
1 осязаемый (ὁρατός καὶ ἁ. Plat.);
2 осязательный, осязающий (τὸ γευστόν ἐστιν ἁπτόν τι Arst.);
3 ощутительный, заметный (διαφοραί Arst.).
Greek (Liddell-Scott)
ἁπτός: -ή, -όν, (ἅπτω) ὁ εἰς τὴν αἴσθησιν τῆς ἁφῆς ὑποπίπτων, τὸ τοῦ Κικέρωνος tractabilis, ὁρατὰ καὶ ἁπτὰ σώματα Πλάτ. Πολ. 525D, πρβλ. Τίμ. 32Β, κ. ἀλλ., Ἀριστ. περὶ Ψυχ. 2.11, 1.
Greek Monolingual
-ή, -ό (AM ἀπτός, -ή, -όν) άπτω
ο χειροπιαστός, ο ψηλαφητός.
Greek Monotonic
ἁπτός: -ή, -όν, αυτός που υπόκειται στην αίσθηση της αφής, που μπορεί κάποιος να ψαύσει, σε Πλάτ.
Middle Liddell
ἅπτω
subject to the sense of touch, Plat.