νυκτοπλανής: Difference between revisions

From LSJ
(6_7)
m (LSJ1 replacement)
 
(7 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=nyktoplanis
|Transliteration C=nyktoplanis
|Beta Code=nuktoplanh/s
|Beta Code=nuktoplanh/s
|Definition=ές, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> = [[νυκτιπλανής]], <span class="bibl">Man.1.311</span>.</span>
|Definition=νυκτοπλανές, = [[νυκτιπλανής]], Man.1.311.
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br /><i>c.</i> [[νυκτιπλανής]].<br />'''Étymologie:''' [[νύξ]], [[πλανάω]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''νυκτοπλᾰνής''': -ές, = [[νυκτιπλανής]], Μανέθων 1. 311.
|lstext='''νυκτοπλᾰνής''': -ές, = [[νυκτιπλανής]], Μανέθων 1. 311.
}}
{{grml
|mltxt=[[νυκτοπλανής]] και [[νυκτιπλανής]], -ές (Α)<br />[[νυκτίπλανος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>νύξ</i>, <i>νυκτός</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>πλανής</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>πλανῶμαι</i>), <b>πρβλ.</b> <i>ορει</i>-<i>πλανής</i>. Ο τ. [[νυκτιπλανής]] <span style="color: red;"><</span> <i>νυκτι</i>- του <i>νύξ</i>, <i>νυκτός</i> (<b>βλ.</b> ετυμολ. λ. [[νύχτα]])].
}}
{{pape
|ptext=ές, = [[νυκτιπλανής]], Maneth. 1.311.
}}
}}

Latest revision as of 12:27, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νυκτοπλᾰνής Medium diacritics: νυκτοπλανής Low diacritics: νυκτοπλανής Capitals: ΝΥΚΤΟΠΛΑΝΗΣ
Transliteration A: nyktoplanḗs Transliteration B: nyktoplanēs Transliteration C: nyktoplanis Beta Code: nuktoplanh/s

English (LSJ)

νυκτοπλανές, = νυκτιπλανής, Man.1.311.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
c. νυκτιπλανής.
Étymologie: νύξ, πλανάω.

Greek (Liddell-Scott)

νυκτοπλᾰνής: -ές, = νυκτιπλανής, Μανέθων 1. 311.

Greek Monolingual

νυκτοπλανής και νυκτιπλανής, -ές (Α)
νυκτίπλανος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νύξ, νυκτός + -πλανής (< πλανῶμαι), πρβλ. ορει-πλανής. Ο τ. νυκτιπλανής < νυκτι- του νύξ, νυκτός (βλ. ετυμολ. λ. νύχτα)].

German (Pape)

ές, = νυκτιπλανής, Maneth. 1.311.