σολοικία: Difference between revisions

From LSJ

πενία μόνα τὰς τέχνας ἐγείρει → poverty alone promotes skilled work, necessity is the mother of invention, necessity is the mother of all invention, poverty is the mother of invention, out of necessity comes invention, out of necessity came invention, frugality is the mother of invention

Source
(Bailly1_4)
m (LSJ1 replacement)
 
(8 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=soloikia
|Transliteration C=soloikia
|Beta Code=soloiki/a
|Beta Code=soloiki/a
|Definition=ἡ,= <b class="b3">σολοικισμός</b>, <span class="bibl">Luc.<span class="title">Salt.</span>80</span>; <b class="b3">περὶ σολοικίας</b>, title of treatise by Ammonius.
|Definition=ἡ, = [[σολοικισμός]], Luc.''Salt.''80; <b class="b3">περὶ σολοικίας</b>, title of treatise by Ammonius.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0912.png Seite 912]] ἡ, = [[σολοικισμός]], Luc. de salt. 27, 80 σολοικίας δεινὰς ἐν τῇ ὀρχήσει ἐπιδείκνυνται.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0912.png Seite 912]] ἡ, = [[σολοικισμός]], Luc. de salt. 27, 80 σολοικίας δεινὰς ἐν τῇ ὀρχήσει ἐπιδείκνυνται.
}}
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />[[incorrection]], [[faute]].<br />'''Étymologie:''' [[σόλοικος]].
}}
{{elru
|elrutext='''σολοικία:''' ἡ [[неправильность]], [[ошибка]] (ἐν τῇ ὀρχήσει Luc.).
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''σολοικία''': ἡ, = [[σολοικισμός]], Λουκ. π. Ὀρχ. 80· ἴδε Ἀμμών. περὶ σολοικίας.
|lstext='''σολοικία''': ἡ, = [[σολοικισμός]], Λουκ. π. Ὀρχ. 80· ἴδε Ἀμμών. περὶ σολοικίας.
}}
}}
{{bailly
{{grml
|btext=ας () :<br />incorrection, faute.<br />'''Étymologie:''' [[σόλοικος]].
|mltxt=ἡ, Α [[σόλοικος]]<br /><b>1.</b> [[σφάλμα]] στη [[χρήση]] τών λέξεων ή στην [[ακολουθία]] τών προτάσεων, [[σολοικισμός]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «Περὶ σολοικίας» — [[τίτλος]] έργου του Αμμωνίου.
}}
{{elnl
|elnltext=σολοικία -ας, ἡ [σόλοικος] zie σολοικισμός incorrectheid, taalfout.
}}
}}

Latest revision as of 11:26, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σολοικία Medium diacritics: σολοικία Low diacritics: σολοικία Capitals: ΣΟΛΟΙΚΙΑ
Transliteration A: soloikía Transliteration B: soloikia Transliteration C: soloikia Beta Code: soloiki/a

English (LSJ)

ἡ, = σολοικισμός, Luc.Salt.80; περὶ σολοικίας, title of treatise by Ammonius.

German (Pape)

[Seite 912] ἡ, = σολοικισμός, Luc. de salt. 27, 80 σολοικίας δεινὰς ἐν τῇ ὀρχήσει ἐπιδείκνυνται.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
incorrection, faute.
Étymologie: σόλοικος.

Russian (Dvoretsky)

σολοικία:неправильность, ошибка (ἐν τῇ ὀρχήσει Luc.).

Greek (Liddell-Scott)

σολοικία: ἡ, = σολοικισμός, Λουκ. π. Ὀρχ. 80· ἴδε Ἀμμών. περὶ σολοικίας.

Greek Monolingual

ἡ, Α σόλοικος
1. σφάλμα στη χρήση τών λέξεων ή στην ακολουθία τών προτάσεων, σολοικισμός
2. φρ. «Περὶ σολοικίας» — τίτλος έργου του Αμμωνίου.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

σολοικία -ας, ἡ [σόλοικος] zie σολοικισμός incorrectheid, taalfout.