διατρύγιος: Difference between revisions

From LSJ

Λεύσσετε, Θήβης οἱ κοιρανίδαι τὴν βασιλειδᾶν μούνην λοιπήν, οἷα πρὸς οἵων ἀνδρῶν πάσχω → See, you leaders of Thebes, what sorts of things I, its last princess, suffer at the hands of such men

Sophocles, Antigone, 940-942
(Autenrieth)
m (LSJ1 replacement)
 
(18 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=diatrygios
|Transliteration C=diatrygios
|Beta Code=diatru/gios
|Beta Code=diatru/gios
|Definition=[ῠ], ον<b class="b3">, (τρύγη), διατρύγιος δὲ ἕκαστος [ὄρχος] ἤην</b> each row <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">bore grapes in succession</b>, <span class="bibl">Od.24.342</span>, cf. Eust.ad loc.</span>
|Definition=[ῠ], ον<b class="b3">, ([[τρύγη]]), διατρύγιος δὲ ἕκαστος [ὄρχος] ἤην</b> each row [[bore grapes in succession]], Od.24.342, cf. Eust.ad loc.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">• Prosodia:</b> [-ῠ-]<br />[[constantemente vendimiable]] δ. δὲ [[ἕκαστος]] (ὄρχος) ἤην cada liño de vides producía constantemente</i>, <i>Od</i>.24.342.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0608.png Seite 608]] einmal bei Homer, Odyss. 24, 342, ὄρχους δέ μοι ὧδ' ὀνόμηνας δώσειν [[πεντήκοντα]], [[διατρύγιος]] δὲ [[ἕκαστος]] ἤην· [[ἔνθα]] δ' ἀνὰ σταφυλαὶ παντοῖαι ἔασιν, [[ὁππότε]] δὴ Διὸς ὧραι ἐπιβρίσειαν [[ὕπερθεν]]: man versteht unter [[ὄρχος]] [[διατρύγιος]] eine Reihe von Weinstöcken, zwischen denen Korn wächst, oder die zu verschiedener Zeit Trauben bringen, vgl. Odyss. 7, 122 ff. S. Scholl. Odyss. 24, 342 Eustath. p. 1964, 24 Apoll. Lex. Homer. p. 58, 21 Hesych. Etymol. m. p. 271, 26.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0608.png Seite 608]] einmal bei Homer, Odyss. 24, 342, ὄρχους δέ μοι ὧδ' ὀνόμηνας δώσειν [[πεντήκοντα]], [[διατρύγιος]] δὲ [[ἕκαστος]] ἤην· [[ἔνθα]] δ' ἀνὰ σταφυλαὶ παντοῖαι ἔασιν, [[ὁππότε]] δὴ Διὸς ὧραι ἐπιβρίσειαν [[ὕπερθεν]]: man versteht unter [[ὄρχος]] [[διατρύγιος]] eine Reihe von Weinstöcken, zwischen denen Korn wächst, oder die zu verschiedener Zeit Trauben bringen, vgl. Odyss. 7, 122 ff. S. Scholl. Odyss. 24, 342 Eustath. p. 1964, 24 Apoll. Lex. Homer. p. 58, 21 Hesych. Etymol. m. p. 271, 26.
}}
{{elnl
|elnltext=διατρύγιος -ον &#91;[[διά]], [[τρύγη]]] [[voortdurend oogst opleverend]].
}}
{{elru
|elrutext='''διατρύγιος:''' (ῠ) приносящий разнообразные плоды или плодоносящий в течение круглого года ([[ὄρχος]] Hom.).
}}
{{Autenrieth
|auten=([[τρύγη]]): [[bearing]] ([[strictly]], ‘[[to be gathered]]’) in [[succession]], Od. 24.342†.
}}
{{grml
|mltxt=[[διατρύγιος]], -ον (Α) [[τρυγώ]]<br />επίθ. που αποδίδεται σε [[αμπέλι]], του οποίου τα σταφύλια δεν ωριμάζουν ταυτόχρονα, Όμ.).
}}
{{lsm
|lsmtext='''διατρύγιος:''' [ῠ], -ον ([[τρύγη]]), αυτός που δίνει περισσότερες από [[μία]] σοδειές, σε Ομήρ. Οδ.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''διατρύγιος''': -ον, ([[τρύγη]])· ἐν Ὀδ. Ω.342, [[διατρύγιος]] δὲ [[ἕκαστος]] [[[ὄρχος]]] ἤην, ἑκάστη σειρὰ ἔφερε σταφυλὰς διαδοχικῶς, Εὐστ. ἐν τόπῳ· πρβλ. Ὀδ. Η.122 κἑξ.
|lstext='''διατρύγιος''': -ον, ([[τρύγη]])· ἐν Ὀδ. Ω.342, [[διατρύγιος]] δὲ [[ἕκαστος]] ([[ὄρχος]]) ἤην, ἑκάστη σειρὰ ἔφερε σταφυλὰς διαδοχικῶς, Εὐστ. ἐν τόπῳ· πρβλ. Ὀδ. Η.122 κἑξ.
}}
}}
{{Autenrieth
{{mdlsj
|auten=([[τρύγη]]): [[bearing]] ([[strictly]], ‘to be gathered’) in [[succession]], Od. 24.342†.
|mdlsjtxt=δια-τρῠ́γιος, ον <i>adj</i> [[τρύγη]]<br />[[bearing]] grapes in [[succession]], Od.
}}
}}

Latest revision as of 11:09, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διατρύγιος Medium diacritics: διατρύγιος Low diacritics: διατρύγιος Capitals: ΔΙΑΤΡΥΓΙΟΣ
Transliteration A: diatrýgios Transliteration B: diatrygios Transliteration C: diatrygios Beta Code: diatru/gios

English (LSJ)

[ῠ], ον, (τρύγη), διατρύγιος δὲ ἕκαστος [ὄρχος] ἤην each row bore grapes in succession, Od.24.342, cf. Eust.ad loc.

Spanish (DGE)

-ον
• Prosodia: [-ῠ-]
constantemente vendimiable δ. δὲ ἕκαστος (ὄρχος) ἤην cada liño de vides producía constantemente, Od.24.342.

German (Pape)

[Seite 608] einmal bei Homer, Odyss. 24, 342, ὄρχους δέ μοι ὧδ' ὀνόμηνας δώσειν πεντήκοντα, διατρύγιος δὲ ἕκαστος ἤην· ἔνθα δ' ἀνὰ σταφυλαὶ παντοῖαι ἔασιν, ὁππότε δὴ Διὸς ὧραι ἐπιβρίσειαν ὕπερθεν: man versteht unter ὄρχος διατρύγιος eine Reihe von Weinstöcken, zwischen denen Korn wächst, oder die zu verschiedener Zeit Trauben bringen, vgl. Odyss. 7, 122 ff. S. Scholl. Odyss. 24, 342 Eustath. p. 1964, 24 Apoll. Lex. Homer. p. 58, 21 Hesych. Etymol. m. p. 271, 26.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

διατρύγιος -ον [διά, τρύγη] voortdurend oogst opleverend.

Russian (Dvoretsky)

διατρύγιος: (ῠ) приносящий разнообразные плоды или плодоносящий в течение круглого года (ὄρχος Hom.).

English (Autenrieth)

(τρύγη): bearing (strictly, ‘to be gathered’) in succession, Od. 24.342†.

Greek Monolingual

διατρύγιος, -ον (Α) τρυγώ
επίθ. που αποδίδεται σε αμπέλι, του οποίου τα σταφύλια δεν ωριμάζουν ταυτόχρονα, Όμ.).

Greek Monotonic

διατρύγιος: [ῠ], -ον (τρύγη), αυτός που δίνει περισσότερες από μία σοδειές, σε Ομήρ. Οδ.

Greek (Liddell-Scott)

διατρύγιος: -ον, (τρύγη)· ἐν Ὀδ. Ω.342, διατρύγιος δὲ ἕκαστος (ὄρχος) ἤην, ἑκάστη σειρὰ ἔφερε σταφυλὰς διαδοχικῶς, Εὐστ. ἐν τόπῳ· πρβλ. Ὀδ. Η.122 κἑξ.

Middle Liddell

δια-τρῠ́γιος, ον adj τρύγη
bearing grapes in succession, Od.