ἀσύναπτος: Difference between revisions

From LSJ

Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)

Source
(big3_7)
m (Text replacement - "Arist.''HA''" to "Arist.''HA''")
 
(10 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=asynaptos
|Transliteration C=asynaptos
|Beta Code=a)su/naptos
|Beta Code=a)su/naptos
|Definition=ον, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">not joined</b>, <span class="bibl">Arist.<span class="title">HA</span>516a30</span>; <b class="b2">not connected</b>, συλλογισμοὶ ἀ. πρὸς ἀλλήλους <span class="bibl">Id.<span class="title">APr.</span>42a21</span>.</span>
|Definition=ἀσύναπτον, [[not joined]], [[Aristotle|Arist.]]''[[Historia Animalium|HA]]''516a30; [[not connected]], συλλογισμοὶ ἀ. πρὸς ἀλλήλους Id.''APr.''42a21.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[no unido]] αὗται (πλευραί) Arist.<i>HA</i> 516<sup>a</sup>30<br /><b class="num"></b>[[que no tiene conexión]] ἔσονται καὶ ἀσύναπτοι οἱ συλλογισμοὶ πρὸς [[ἀλλήλους]] Arist.<i>APr</i>.42<sup>a</sup>21, (τὸ αἰτιατόν) Procl.<i>Inst</i>.35, cf. 110.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0380.png Seite 380]] unverknüpft, unvereinbar, Arist. H. A. 3, 7; πρὸς ἀλλήλους anal. pr. 1, 25.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0380.png Seite 380]] unverknüpft, unvereinbar, Arist. H. A. 3, 7; πρὸς ἀλλήλους anal. pr. 1, 25.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀσύναπτος:''' [[взаимно несвязанный]], [[несвязный]] (πρὸς ἀλλήλους Arst.).
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀσύναπτος''': -ον, ὁ μὴ συνάπτων, ὁ μὴ ἐρχόμενος εἰς συναφήν, αὗται μὲν συνάπτουσιν, αἱ δ’ ἄλλαι ἀσύναπτοι Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 3. 7, 6· πρὸς ἀλλήλους ὁ αὐτ. Ἀναλυτ. Πρ. 1. 25, 5.
|lstext='''ἀσύναπτος''': -ον, ὁ μὴ συνάπτων, ὁ μὴ ἐρχόμενος εἰς συναφήν, αὗται μὲν συνάπτουσιν, αἱ δ’ ἄλλαι ἀσύναπτοι Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 3. 7, 6· πρὸς ἀλλήλους ὁ αὐτ. Ἀναλυτ. Πρ. 1. 25, 5.
}}
}}
{{DGE
{{grml
|dgtxt=-ον<br />[[no unido]] αὗται (πλευραί) Arist.<i>HA</i> 516<sup>a</sup>30<br /><b class="num">•</b>[[que no tiene conexión]] ἔσονται καὶ ἀσύναπτοι οἱ συλλογισμοὶ πρὸς [[ἀλλήλους]] Arist.<i>APr</i>.42<sup>a</sup>21, (τὸ αἰτιατόν) Procl.<i>Inst</i>.35, cf. 110.
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀσύναπτος]], -ον)<br />αυτός που δεν συνάπτεται με κάποιον άλλον, [[ασύνδετος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[εκείνος]] που δεν έχει συνομολογηθεί ή συμφωνηθεί.
}}
}}

Latest revision as of 22:20, 24 November 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀσύναπτος Medium diacritics: ἀσύναπτος Low diacritics: ασύναπτος Capitals: ΑΣΥΝΑΠΤΟΣ
Transliteration A: asýnaptos Transliteration B: asynaptos Transliteration C: asynaptos Beta Code: a)su/naptos

English (LSJ)

ἀσύναπτον, not joined, Arist.HA516a30; not connected, συλλογισμοὶ ἀ. πρὸς ἀλλήλους Id.APr.42a21.

Spanish (DGE)

-ον
no unido αὗται (πλευραί) Arist.HA 516a30
que no tiene conexión ἔσονται καὶ ἀσύναπτοι οἱ συλλογισμοὶ πρὸς ἀλλήλους Arist.APr.42a21, (τὸ αἰτιατόν) Procl.Inst.35, cf. 110.

German (Pape)

[Seite 380] unverknüpft, unvereinbar, Arist. H. A. 3, 7; πρὸς ἀλλήλους anal. pr. 1, 25.

Russian (Dvoretsky)

ἀσύναπτος: взаимно несвязанный, несвязный (πρὸς ἀλλήλους Arst.).

Greek (Liddell-Scott)

ἀσύναπτος: -ον, ὁ μὴ συνάπτων, ὁ μὴ ἐρχόμενος εἰς συναφήν, αὗται μὲν συνάπτουσιν, αἱ δ’ ἄλλαι ἀσύναπτοι Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 3. 7, 6· πρὸς ἀλλήλους ὁ αὐτ. Ἀναλυτ. Πρ. 1. 25, 5.

Greek Monolingual

-η, -ο (Α ἀσύναπτος, -ον)
αυτός που δεν συνάπτεται με κάποιον άλλον, ασύνδετος
νεοελλ.
εκείνος που δεν έχει συνομολογηθεί ή συμφωνηθεί.