Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἀλφιταμοιβός: Difference between revisions

From LSJ

Ὑφ' ἡδονῆς ὁ φρόνιμος οὐχ ἁλίσκεται → Sapiens non capitur deliciarum retibus → Der Weise wird nicht von der Lust gefangen gesetzt

Menander, Monostichoi, 518
(3)
(2)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀλφιταμοιβός]], ο (Α)<br />αυτός που εμπορεύεται [[άλφιτα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἄλφιτον]] (-<i>α</i>) <span style="color: red;">+</span> <i>ἀμοιβὸς</i> «αυτός που ανταλλάσσει»].
|mltxt=[[ἀλφιταμοιβός]], ο (Α)<br />αυτός που εμπορεύεται [[άλφιτα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἄλφιτον]] (-<i>α</i>) <span style="color: red;">+</span> <i>ἀμοιβὸς</i> «αυτός που ανταλλάσσει»].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀλφῐτᾰμοιβός:''' ὁ, [[έμπορος]] κριθάλευρων, σε Αριστοφ.
}}
}}

Revision as of 17:48, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀλφῐτᾰμοιβός Medium diacritics: ἀλφιταμοιβός Low diacritics: αλφιταμοιβός Capitals: ΑΛΦΙΤΑΜΟΙΒΟΣ
Transliteration A: alphitamoibós Transliteration B: alphitamoibos Transliteration C: alfitamoivos Beta Code: a)lfitamoibo/s

English (LSJ)

ὁ,

   A dealer in ἄλφιτα, Ar.Av. 491, al.

German (Pape)

[Seite 112] ὁ, Mehlhändler, Ar. Nub. 630 Av. 491.

Greek (Liddell-Scott)

ἀλφῐτᾰμοιβός: ὁ, πωλητὴς ἀλφίτων, Ἀριστοφ. Ὄρν. 491, κτλ.

French (Bailly abrégé)

οῦ (ὁ) :
marchand de farine.
Étymologie: ἄλφιτον, ἀμείβω.

Spanish (DGE)

(ἀλφῐτᾰμοιβός) -οῦ, ὁ
cambista que ofrece harina o farro de cebada a cambio de otros efectos, usurero ἀλφιταμοιβοὺς τοῖς ἀπόροις τρεῖς χοίνικας δεῖπνον παρέχειν que los usureros procuren a los pobres tres quénices de harina de cebada para cenar Ar.Ec.424, cf. Nu.640, Au.491, Poll.7.19.

Greek Monolingual

ἀλφιταμοιβός, ο (Α)
αυτός που εμπορεύεται άλφιτα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἄλφιτον (-α) + ἀμοιβὸς «αυτός που ανταλλάσσει»].

Greek Monotonic

ἀλφῐτᾰμοιβός: ὁ, έμπορος κριθάλευρων, σε Αριστοφ.