δωδεκάσκυτος: Difference between revisions
προγράψαντες οὖν τά τε θεωρήματα καὶ τὰ ἐπιτάγματα τὰ χρεῖαν ἔχοντα εἰς τὰς ἀποδείξιας αὐτῶν μετὰ ταῦτα γραψοῦμές τοι τὰ προκείμενα → having therefore written at the beginning the theorems and the postulates that are necessary for their proofs, we will then write out for you the propositions
(10) |
(4) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[δωδεκάσκυτος]], -ον (Α)<br />ο κατασκευασμένος από [[δώδεκα]] κομμάτια δέρματος. | |mltxt=[[δωδεκάσκυτος]], -ον (Α)<br />ο κατασκευασμένος από [[δώδεκα]] κομμάτια δέρματος. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''δωδεκάσκῡτος:''' -ον, αυτός που αποτελείται από [[δώδεκα]] κομμάτια δέρματος, σε Πλάτ. | |||
}} | }} |
Revision as of 22:24, 30 December 2018
English (LSJ)
ον,
A of twelve strips of leather, σφαῖρα Pl.Phd.110b, Plu.2.1003d.
German (Pape)
[Seite 694] σφαῖρα, aus zwölf Lederstücken zusammengesetzter Ball, Plat. Phaed. 110 b.
Greek (Liddell-Scott)
δωδεκάσκῡτος: -ον, ἐκ δώδεκα τεμαχίων διαφόρως κεχρωματισμένου δέρματος, σφαῖρα Πλάτ. Φαίδωνι 110Β, πρβλ. Πλούτ. 2. 1003D.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
formé de douze peaux.
Étymologie: δώδεκα, σκῦτος.
Spanish (DGE)
-ον
de doce piezas de cuero σφαῖρα Pl.Phd.110b, Plu.2.1003d.
Greek Monolingual
δωδεκάσκυτος, -ον (Α)
ο κατασκευασμένος από δώδεκα κομμάτια δέρματος.
Greek Monotonic
δωδεκάσκῡτος: -ον, αυτός που αποτελείται από δώδεκα κομμάτια δέρματος, σε Πλάτ.