ἱανογλέφαρος: Difference between revisions

From LSJ

λύπης ἰατρός ἐστιν ἀνθρώποις λόγος → for men reason cures grief, for men reason is a healer of grief, a physician for grief is to people a word, pain's healer is a word to man, logos is a healer of man's anguish, talking through one's grief is therapeutic

Source
(17)
m (Text replacement - "<b class="b3">ῐ], ον</b>" to "ῐ], ον")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=ianoglefaros
|Transliteration C=ianoglefaros
|Beta Code=i(anogle/faros
|Beta Code=i(anogle/faros
|Definition=[<b class="b3">ῐ], ον</b>,= <b class="b3">μαλακο-βλέφαρος</b>, prob. l. in <span class="bibl">Alcm.23.69</span>:
|Definition=[ῐ], ον,= <b class="b3">μαλακο-βλέφαρος</b>, prob. l. in <span class="bibl">Alcm.23.69</span>:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἱανογλέφαρος]], -ον (Α)<br />αυτός που έχει μάτια με βιολετί [[χρώμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ιο</i>-<i>γλέφαρος</i>, με [[παρέκταση]] [[κατά]] τα σύνθ. με α' συνθετικό <i>κυανο</i>-(<b>[[πρβλ]].</b> <i>κυανο</i>-<i>βλέφαρος</i>)].
|mltxt=[[ἱανογλέφαρος]], -ον (Α)<br />αυτός που έχει μάτια με βιολετί [[χρώμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ιο</i>-<i>γλέφαρος</i>, με [[παρέκταση]] [[κατά]] τα σύνθ. με α' συνθετικό <i>κυανο</i>-(<b>[[πρβλ]].</b> <i>κυανο</i>-<i>βλέφαρος</i>)].
}}
}}

Revision as of 15:00, 1 January 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἱᾰνογλέφᾰρος Medium diacritics: ἱανογλέφαρος Low diacritics: ιανογλέφαρος Capitals: ΙΑΝΟΓΛΕΦΑΡΟΣ
Transliteration A: hianoglépharos Transliteration B: hianoglepharos Transliteration C: ianoglefaros Beta Code: i(anogle/faros

English (LSJ)

[ῐ], ον,= μαλακο-βλέφαρος, prob. l. in Alcm.23.69:

Greek Monolingual

ἱανογλέφαρος, -ον (Α)
αυτός που έχει μάτια με βιολετί χρώμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιο-γλέφαρος, με παρέκταση κατά τα σύνθ. με α' συνθετικό κυανο-(πρβλ. κυανο-βλέφαρος)].