ὀκτήρης: Difference between revisions

From LSJ

Βίος βίου δεόμενος οὐκ ἔστιν βίος → Non est vitalis vita victus indigens → Kein Leben ist ein Leben ohne Unterhalt

Menander, Monostichoi, 74
(28)
(3b)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ὀκτήρης]], -ῆρες (Α)<br /><b>1.</b> (για [[πλοίο]]) αυτό που έχει [[οκτώ]] σειρές κουπιών<br /><b>2.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>ἡ [[ὀκτήρης]]<br />πολεμικό [[πλοίο]] με [[οκτώ]] σειρές κουπιών.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὀκτώ]] <span style="color: red;">+</span> -[[ήρης]] (<span style="color: red;"><</span> θ. <i>ερε</i>-, <b>πρβλ.</b> [[ἐρέτης]] «[[κωπηλάτης]]»), <b>πρβλ.</b> <i>τρι</i>-[[ήρης]]. Το -<i>η</i>- του τ. οφείλεται σε [[έκταση]] λόγω συνθέσεως].
|mltxt=[[ὀκτήρης]], -ῆρες (Α)<br /><b>1.</b> (για [[πλοίο]]) αυτό που έχει [[οκτώ]] σειρές κουπιών<br /><b>2.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>ἡ [[ὀκτήρης]]<br />πολεμικό [[πλοίο]] με [[οκτώ]] σειρές κουπιών.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὀκτώ]] <span style="color: red;">+</span> -[[ήρης]] (<span style="color: red;"><</span> θ. <i>ερε</i>-, <b>πρβλ.</b> [[ἐρέτης]] «[[κωπηλάτης]]»), <b>πρβλ.</b> <i>τρι</i>-[[ήρης]]. Το -<i>η</i>- του τ. οφείλεται σε [[έκταση]] λόγω συνθέσεως].
}}
{{elru
|elrutext='''ὀκτήρης:''' снабженный восьмью рядами весел ([[ναῦς]] Polyb., Plut.).
}}
}}

Revision as of 07:12, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀκτήρης Medium diacritics: ὀκτήρης Low diacritics: οκτήρης Capitals: ΟΚΤΗΡΗΣ
Transliteration A: oktḗrēs Transliteration B: oktērēs Transliteration C: oktiris Beta Code: o)kth/rhs

English (LSJ)

(sc. ναῦς), ἡ,

   A warship with eight rowers to each oar, Plb.16.3.2, Plu.Ant.61.

German (Pape)

[Seite 317] ες, achtfach gefügt, Pol. 16, 3, 2; ἡ, ein Schiff mit acht Reihen von Ruderbänken.

Greek (Liddell-Scott)

ὀκτήρης: -ες, ἐπὶ νεώς, ἡ ἔχουσα ὀκτὼ σειρὰς κωπῶν, ναῦς Πολύβ. 16. 3, 2.

French (Bailly abrégé)

ης, ες :
propr. ajusté huit fois ; ἡ ὀκτήρης (ναῦς) vaisseau à huit rangs de rames.
Étymologie: ὀκτώ, ἄρω.

Greek Monolingual

ὀκτήρης, -ῆρες (Α)
1. (για πλοίο) αυτό που έχει οκτώ σειρές κουπιών
2. το θηλ. ως ουσ. ὀκτήρης
πολεμικό πλοίο με οκτώ σειρές κουπιών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀκτώ + -ήρης (< θ. ερε-, πρβλ. ἐρέτης «κωπηλάτης»), πρβλ. τρι-ήρης. Το -η- του τ. οφείλεται σε έκταση λόγω συνθέσεως].

Russian (Dvoretsky)

ὀκτήρης: снабженный восьмью рядами весел (ναῦς Polyb., Plut.).