συνδιαζώννυμι: Difference between revisions

From LSJ

Οἷς μὲν δίδωσιν, οἷς δ' ἀφαιρεῖται τύχηFortuna multos spoliat, alios munerat → Den einen gibt, den andern aber nimmt das Glück

Menander, Monostichoi, 428
(39)
(39)
Line 9: Line 9:
|Beta Code=sundiazw/nnumi
|Beta Code=sundiazw/nnumi
|Definition=in Pass., <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">to be linked by aspect</b> with a planet, of the moon, <span class="title">Cat.Cod.Astr.</span>8(3).103.3.</span>
|Definition=in Pass., <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">to be linked by aspect</b> with a planet, of the moon, <span class="title">Cat.Cod.Astr.</span>8(3).103.3.</span>
}}
{{grml
|mltxt=Α<br />([[κυρίως]] παθ.) <i>συνδιαζώννυμαι</i><br />(για τη [[σελήνη]]) [[έρχομαι]] σε [[σύζευξη]] με έναν πλανήτη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[διαζώννυμι]] «[[περικυκλώνω]], [[περισφίγγω]]»].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=Α<br />([[κυρίως]] παθ.) <i>συνδιαζώννυμαι</i><br />(για τη [[σελήνη]]) [[έρχομαι]] σε [[σύζευξη]] με έναν πλανήτη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[διαζώννυμι]] «[[περικυκλώνω]], [[περισφίγγω]]»].
|mltxt=Α<br />([[κυρίως]] παθ.) <i>συνδιαζώννυμαι</i><br />(για τη [[σελήνη]]) [[έρχομαι]] σε [[σύζευξη]] με έναν πλανήτη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[διαζώννυμι]] «[[περικυκλώνω]], [[περισφίγγω]]»].
}}
}}

Revision as of 12:38, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνδιαζώννυμι Medium diacritics: συνδιαζώννυμι Low diacritics: συνδιαζώννυμι Capitals: ΣΥΝΔΙΑΖΩΝΝΥΜΙ
Transliteration A: syndiazṓnnymi Transliteration B: syndiazōnnymi Transliteration C: syndiazonnymi Beta Code: sundiazw/nnumi

English (LSJ)

in Pass.,

   A to be linked by aspect with a planet, of the moon, Cat.Cod.Astr.8(3).103.3.

Greek Monolingual

Α
(κυρίως παθ.) συνδιαζώννυμαι
(για τη σελήνη) έρχομαι σε σύζευξη με έναν πλανήτη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + διαζώννυμι «περικυκλώνω, περισφίγγω»].

Greek Monolingual

Α
(κυρίως παθ.) συνδιαζώννυμαι
(για τη σελήνη) έρχομαι σε σύζευξη με έναν πλανήτη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + διαζώννυμι «περικυκλώνω, περισφίγγω»].