φιλίων: Difference between revisions

From LSJ

μηδενί δίκην δικάσῃς πρίν ἀμφοῖν μῦθον ἀκούσῃς → do not give your judgement on anything until you have heard a speech on both sides

Source
(45)
(4b)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=φίλιον, Α<br />(συγκριτ. [[βαθμός]]) πιο [[αγαπητός]], πιο [[προσφιλής]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[φίλος]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ίων</i> συγκριτ. βαθμού. Για τον σχηματισμό <b>βλ.</b> και λ. [[φίλος]]].
|mltxt=φίλιον, Α<br />(συγκριτ. [[βαθμός]]) πιο [[αγαπητός]], πιο [[προσφιλής]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[φίλος]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ίων</i> συγκριτ. βαθμού. Για τον σχηματισμό <b>βλ.</b> και λ. [[φίλος]]].
}}
{{elru
|elrutext='''φῐλίων:''' 2, gen. ονος (λῑ) эп. compar. к [[φίλος]] I.
}}
}}

Revision as of 06:56, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φῐλίων Medium diacritics: φιλίων Low diacritics: φιλίων Capitals: ΦΙΛΙΩΝ
Transliteration A: philíōn Transliteration B: philiōn Transliteration C: filion Beta Code: fili/wn

English (LSJ)

[λῑ], ον,

   A v. φίλος IV.

German (Pape)

[Seite 1278] ον, nur poet. comp. zu φίλος, Od. 19, 351. 24, 268.

Greek (Liddell-Scott)

φῐλίων: [ῑ], -ον, ἴδε φίλος IV.

French (Bailly abrégé)

1gén. pl. de φίλιος.
2ων, ον :
v. φίλος.

Greek Monolingual

φίλιον, Α
(συγκριτ. βαθμός) πιο αγαπητός, πιο προσφιλής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φίλος + κατάλ. -ίων συγκριτ. βαθμού. Για τον σχηματισμό βλ. και λ. φίλος].

Russian (Dvoretsky)

φῐλίων: 2, gen. ονος (λῑ) эп. compar. к φίλος I.