ἀνάκρασις: Difference between revisions

From LSJ

πολλὰ τὰ δεινὰ κοὐδὲν ἀνθρώπου δεινότερον πέλειmany things are formidable, and none more formidable than man | wonders are many, and none is more wonderful than man | many things are bad, but nothing is more atrocious than man

Source
(2)
(1)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀνάκρᾱσις:''' -εως, ἡ ([[ἀνακεράννυμι]]), ανάμειξη με άλλους, [[συγχρωτισμός]], σε Πλούτ.
|lsmtext='''ἀνάκρᾱσις:''' -εως, ἡ ([[ἀνακεράννυμι]]), ανάμειξη με άλλους, [[συγχρωτισμός]], σε Πλούτ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀνάκρᾱσις:''' εως ἡ смешение (ἀ. καὶ [[κοινωνία]] Plut.).
}}
}}

Revision as of 12:04, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνάκρᾱσις Medium diacritics: ἀνάκρασις Low diacritics: ανάκρασις Capitals: ΑΝΑΚΡΑΣΙΣ
Transliteration A: anákrasis Transliteration B: anakrasis Transliteration C: anakrasis Beta Code: a)na/krasis

English (LSJ)

εως, ἡ,

   A mixing with others, Plu.Alex.47, etc.

German (Pape)

[Seite 193] ἡ, die Vermischung, καὶ κοινωνία, Plut. Alex. 47.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνάκρᾱσις: -εως, ἡ, ἡ μετ’ ἄλλων ἀνάμιξις, Πλουτ. Ἀλέξ. 17, κτλ.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
mélange, rapprochement avec.
Étymologie: ἀνακεράννυμι.

Spanish (DGE)

-εως, ἡ
1 relación, trato humano, Plu.Alex.47, Gr.Naz.M.35.829A.
2 mezcla ἥ τε τῆς σπουδῆς πρὸς τὴν παιδιὰν ἀνάκρασις Plu.2.712b, τὰ ζῷα ... συνεχῆ καὶ ὡς εἰπεῖν κατὰ ἀνάκρασιν Alex.Aphr.in Metaph.528.15
unión en gener., Isid.Pel.Ep.M.78.436B, esp. de lo divino y lo humano, Origenes Cels.3.41, ref. a la unión eucarística, Gr.Nyss.Or.Catech.37, a la intelectual y mística, Clem.Al.Strom.4.22.136.

Greek Monolingual

ἀνάκρασις (-εως), η (Α)
ἀνακεράννυμι
ανάμιξη, ανακάτωμα, συγκερασμός.

Greek Monotonic

ἀνάκρᾱσις: -εως, ἡ (ἀνακεράννυμι), ανάμειξη με άλλους, συγχρωτισμός, σε Πλούτ.

Russian (Dvoretsky)

ἀνάκρᾱσις: εως ἡ смешение (ἀ. καὶ κοινωνία Plut.).