ἀνάγγελος: Difference between revisions
Ἢ μὴ ποίει τὸ κρυπτὸν ἢ μόνος ποίει → Aut occulendum nil patra, aut solus patra → Tu nichts Verborgnes oder tue es allein
(2) |
(1) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἀνάγγελος:''' -ον, [[τόπος]] από τον οποίο δεν επιστρέφει [[κανένας]] [[αγγελιαφόρος]], σε Ανθ. | |lsmtext='''ἀνάγγελος:''' -ον, [[τόπος]] από τον οποίο δεν επιστρέφει [[κανένας]] [[αγγελιαφόρος]], σε Ανθ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀνάγγελος:''' безвестный: ἀ. [[μάχη]] Anth. битва, с которой никто не вернулся. | |||
}} | }} |
Revision as of 08:16, 31 December 2018
English (LSJ)
ον,
A from which no messenger returns, μάχη AP7.244 (Gaet.). II = μυρσίνη ἀγρία, Ps.-Dsc.4.144.
German (Pape)
[Seite 182] ohne Botschaft, μάχη, woraus keiner heim Kehrt, um Nachr icht davon zu geben, Gaetul. 2 (VII, 244).
Greek (Liddell-Scott)
ἀνάγγελος: -ον, ἄνευ ἀγγέλου ὅστις ν’ ἀναγγείλῃ· μάχη ἀνάγγελος, ἐν ᾗ ἔπεσον πάντες καὶ δὲν ἔμεινεν οὐδ’ εἷς ὅστις ν’ ἀγγείλῃ τὸ ἀποτέλεσμα, Ἀνθ. Π. 7. 244, πρβλ. Ἰλ. Μ. 73.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
1 sans messager, càd dont personne ne vient apporter la nouvelle (combat);
2 autre nom de la plante μυρσίνη ἀγρία.
Étymologie: ἀ, ἄγγελος.
Spanish (DGE)
-ον
1 sin mensajero μάχη lucha de la que ni siquiera viene un mensajero, AP 7.244 (Gaet.).
2 bot. brusco, Ruscus aculeatus L., Ps.Dsc.4.144.
Greek Monolingual
ἀνάγγελος, -ον (Α) ἄγγελος
λέγεται για μάχη στην οποία δεν σώθηκε κανείς, ούτε άγγελος, για ν’ αναγγείλλει την έκβασή της.
Greek Monotonic
ἀνάγγελος: -ον, τόπος από τον οποίο δεν επιστρέφει κανένας αγγελιαφόρος, σε Ανθ.
Russian (Dvoretsky)
ἀνάγγελος: безвестный: ἀ. μάχη Anth. битва, с которой никто не вернулся.