παρεπιστροφή: Difference between revisions
From LSJ
Ὅτι σοῦ ἐστιν ἡ βασιλεία καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ δόξα, τοῦ Πατρός καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν. → For thine is the kingdom, and the power, and the glory, of the Father, and of the Son, and of the Holy Spirit forever and ever. Amen.
(5) |
(3b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''παρεπιστροφή:''' ἡ, [[στροφή]] στο πλάι, κοίταγμα, σε Πλούτ. | |lsmtext='''παρεπιστροφή:''' ἡ, [[στροφή]] στο πλάι, κοίταγμα, σε Πλούτ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''παρεπιστροφή:''' ἡ поворачивание, поворот Plat. | |||
}} | }} |
Revision as of 01:48, 1 January 2019
English (LSJ)
ἡ,
A turning round in passing, Plu.Sull.35.
German (Pape)
[Seite 517] ἡ, das Umwenden, sich auf die Seite Drehen nach Etwas hin, Plut. Sull. 35.
Greek (Liddell-Scott)
παρεπιστροφή: ἡ, τὸ παρεπιστρέφεσθαι, Πλουτ. Σύλλ. 25.
French (Bailly abrégé)
ῆς (ἡ) :
action de se retourner.
Étymologie: παρεπιστρέφω.
Greek Monolingual
ἡ, Α παρεπιστρέφω
στροφή, γύρισμα προς τα πλάγια.
Greek Monotonic
παρεπιστροφή: ἡ, στροφή στο πλάι, κοίταγμα, σε Πλούτ.
Russian (Dvoretsky)
παρεπιστροφή: ἡ поворачивание, поворот Plat.