στιλπνότης: Difference between revisions
From LSJ
Λόγος εὐχάριστος χάριτός ἐστ' ἀνταπόδοσις → Es sermo gratus pro relata gratia → Ein gutes Wort ist Dank für eine gute Tat
(4) |
(nl) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''στιλπνότης:''' ητος ἡ сияние (sc. τῆς πανσελήνου Plut.). | |elrutext='''στιλπνότης:''' ητος ἡ сияние (sc. τῆς πανσελήνου Plut.). | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=στιλπνότης -ητος, ἡ [στιλπνός] glans. | |||
}} | }} |
Revision as of 08:56, 1 January 2019
English (LSJ)
ητος, ἡ,
A brightness, Plu.2.921a, Gal.7.245, Aq.Dt.7.13, Za.4.14, Plot.2.1.7.
German (Pape)
[Seite 943] ητος, ἡ, = στιλβότης, Glanz, Clem. Al. u. a. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
στιλπνότης: -ητος, ἡ, = στιλβότης, Πλούτ. 2. 921Α, κτλ.
French (Bailly abrégé)
ητος (ἡ) :
éclat.
Étymologie: στιλπνός.
Russian (Dvoretsky)
στιλπνότης: ητος ἡ сияние (sc. τῆς πανσελήνου Plut.).
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
στιλπνότης -ητος, ἡ [στιλπνός] glans.