Συβαριτικός: Difference between revisions

From LSJ

ἡγούμενος τῶν ἡδονῶν ἀλλ' οὐκ ἀγόμενος ὑπ' αὐτῶν → of his pleasures he was the master and not their servant

Source
(4)
(1b)
Line 21: Line 21:
{{elru
{{elru
|elrutext='''Σῠβᾰρῑτικός:''' сибаритский ([[λόγος]] Arph.).
|elrutext='''Σῠβᾰρῑτικός:''' сибаритский ([[λόγος]] Arph.).
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=Σῠβᾰρῑτικός, ή, όν<br />of [[Sybaris]]: λόγοι Σ. a class of fables [[among]] the Greeks, Ar.
}}
}}

Revision as of 01:30, 10 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Συβᾰρῑτικός Medium diacritics: Συβαριτικός Low diacritics: Συβαριτικός Capitals: ΣΥΒΑΡΙΤΙΚΟΣ
Transliteration A: Sybaritikós Transliteration B: Sybaritikos Transliteration C: Syvaritikos Beta Code: *subaritiko/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A of Sybaris: λόγοι Σ., a class of fables among the Greeks, Ar.V.1259, ubi v. Sch. and cf. Mnesim.6, Ael. VH14.20. Adv. -κῶς Malch.p.397 D.

Greek (Liddell-Scott)

Σῠβᾰρῑτικός: -ή, -όν, ὁ ἀνήκων εἰς τὴν Σύβαριν· λόγοι Σ., τάξις τις μύθων παρὰ τοῖς Ἕλλησιν, Ἀριστοφ. Σφ. 1529, ἔνθα ἴδε Σχόλ., Αἰλ. Ποικ. Ἱστ. 14, 20. Ἐπίρρ. -κῶς, παρὰ Σουΐδ. ἐν λ. ἄδην.

French (Bailly abrégé)

ή, όν :
de Sybarite.
Étymologie: Συβαρίτης.

Greek Monotonic

Σῠβᾰρῑτικός: -ή, -όν, αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην πόλη Σύβαρι· λόγοι Συβαριτικοί, κατηγορία μύθων που ήταν διαδεδομένοι στους Έλληνες, σε Αριστοφ.

Russian (Dvoretsky)

Σῠβᾰρῑτικός: сибаритский (λόγος Arph.).

Middle Liddell

Σῠβᾰρῑτικός, ή, όν
of Sybaris: λόγοι Σ. a class of fables among the Greeks, Ar.