ἀκταία: Difference between revisions
ὅτι χρὴ τοῦ μέλιτος ἄκρῳ δακτύλῳ, ἀλλὰ μὴ κοίλῃ χειρὶ γεύεσθαι → that honey should be tasted with the fingertip and not by the handful
(1) |
m (Text replacement - "(\{\{DGE\n.*?)(\n\}\}\n\{\{DGE\n\|dgtxt=)(.*?\n\}\}\n)" to "\1<br />\3") |
||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ας, ἡ [[traje de ceremonias]] persa, Democr.Eph.1, Eust.1390.42. | |dgtxt=-ας, ἡ [[traje de ceremonias]] persa, Democr.Eph.1, Eust.1390.42.<br />-ας, ἡ<br /><b class="num">1</b> [[mortero]] Clearch.87, cf. [[ἀκτίτης]].<br /><b class="num">2</b> bot. [[hierba de San Cristóbal]], [[Actaea spicata L.]], Plin.<i>HN</i> 27.43, cf. ἀκταῖος. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml |
Revision as of 09:18, 2 January 2019
English (LSJ)
ας, ἡ,
A a Persian state robe, Democr.Ephes.1. II marble mortar, Clearch.65; cf. ἀκτίτης. III baneberry, Actaea spicata, Plin.HN27.43.
German (Pape)
[Seite 86] ἡ, 1) ein persisches Festkleid, bei Ath. XII, 525 d beschrieben. – 2), = ἀκτέα, Hollunderbaum, VLL. – 3) eine Marmorkugel, Clearch. Ath. XIV, 648 f.
Greek (Liddell-Scott)
ἀκταία: -ας, ἡ, πολυτελέστατον Περσικὸν περίβλημα, ἐπίσημος στολή, Δημόκρ. παρ’ Ἀθην. 5251). ΙΙ. σφαῖρα ἐκ μαρμάρου, Κλέαρχ. παρ’ Ἀθην. 648F. πρβλ. ἀκτίτης. ΙΙΙ. = ἀκτέα.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ traje de ceremonias persa, Democr.Eph.1, Eust.1390.42.
-ας, ἡ
1 mortero Clearch.87, cf. ἀκτίτης.
2 bot. hierba de San Cristóbal, Actaea spicata L., Plin.HN 27.43, cf. ἀκταῖος.
Greek Monolingual
ἀκταία, η (Α)
1. πολυτελές, επίσημο ένδυμα τών Περσών
2. μαρμάρινη σφαίρα
3. η ακτέα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Οι σημ. (2) και (3) προέρχονται από ουσιαστικοποιημένη χρήση του θηλ. του επιθ. ἀκταῖος.
Russian (Dvoretsky)
ἀκταία: ἡ актея (парадная одежда у персов) Democr.