πολλαπλήσιος: Difference between revisions

From LSJ

καλῶς γέ μου τὸν υἱὸν ὦ Στιλβωνίδη εὑρὼν ἀπιόντ' ἀπὸ γυμνασίου λελουμένον οὐκ ἔκυσας, οὐ προσεῖπας, οὐ προσηγάγου, οὐκ ὠρχιπέδισας, ὢν ἐμοὶ πατρικὸς φίλος → Ah! Is this well done, Stilbonides? You met my son coming from the bath after the gymnasium and you neither spoke to him, nor kissed him, nor took him with you, nor ever once felt his balls. Would anyone call you an old friend of mine?

Source
(nl)
(1ba)
Line 30: Line 30:
{{elnl
{{elnl
|elnltext=πολλαπλήσιος Ion. voor πολλαπλάσιος.
|elnltext=πολλαπλήσιος Ion. voor πολλαπλάσιος.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[πολλαπλήσιος]], η, ον [ionic for [[πολλαπλάσιος]].]
}}
}}

Revision as of 05:57, 10 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πολλαπλήσιος Medium diacritics: πολλαπλήσιος Low diacritics: πολλαπλήσιος Capitals: ΠΟΛΛΑΠΛΗΣΙΟΣ
Transliteration A: pollaplḗsios Transliteration B: pollaplēsios Transliteration C: pollaplisios Beta Code: pollaplh/sios

English (LSJ)

η, ον, Ion. for πολλαπλάσιος.

German (Pape)

[Seite 658] ion. = πολλαπλάσιος.

Greek (Liddell-Scott)

πολλαπλήσιος: -η, -ον, Ἰων. ἀντὶ πολλαπλάσιος.

French (Bailly abrégé)

ion. c. πολλαπλάσιος.

Greek Monolingual

-ίη, -ον, Α
ιων. τ. βλ. πολλαπλάσιος.

Greek Monotonic

πολλαπλήσιος: -η, -ον, Ιων. αντί πολλαπλάσιος.

Russian (Dvoretsky)

πολλαπλήσιος: ион. = πολλαπλάσιος.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πολλαπλήσιος Ion. voor πολλαπλάσιος.

Middle Liddell

πολλαπλήσιος, η, ον [ionic for πολλαπλάσιος.]