ὑπερπερισσῶς: Difference between revisions

From LSJ

Δημήτριος Γλαύκου προφητεύων ἀνέθηκε τοὺς λαμπαδηφόρους ... καὶ περιραντήρια ... → Demetrius son of Glaukos, being prophet, dedicated torch-bearers ... and lustral basins ...

Source
(cc2)
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=yperperissos
|Transliteration C=yperperissos
|Beta Code=u(perperissw=s
|Beta Code=u(perperissw=s
|Definition=Adv. <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">beyond all measure</b>, Ev.Marc.7.37.</span>
|Definition=Adv. <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[beyond all measure]], Ev.Marc.7.37.</span>
}}
}}
{{ls
{{ls

Revision as of 15:45, 1 July 2020

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑπερπερισσῶς Medium diacritics: ὑπερπερισσῶς Low diacritics: υπερπερισσώς Capitals: ΥΠΕΡΠΕΡΙΣΣΩΣ
Transliteration A: hyperperissō̂s Transliteration B: hyperperissōs Transliteration C: yperperissos Beta Code: u(perperissw=s

English (LSJ)

Adv.

   A beyond all measure, Ev.Marc.7.37.

Greek (Liddell-Scott)

ὑπερπερισσῶς: Ἐπίρρ., ὑπερμέτρως, ὑπερβαλλόντως, Εὐαγγ. κατὰ Μάρκ. ζ΄, 37.

English (Strong)

from ὑπέρ and περισσῶς; superabundantly, i.e. exceedingly: beyond measure.

English (Thayer)

adverb, beyond measure, exceedingly: Mark 7:37. Scarcely found elsewhere.

Greek Monolingual

Α
επίρρ. περισσότερο από το κανονικό, υπερβολικά, υπέρμετρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ- + περισσῶς «υπερβολικά, υπέρμετρα»].

Greek Monotonic

ὑπερπερισσῶς: επίρρ., υπέρμετρα, σε Καινή Διαθήκη

Chinese

原文音譯:Øperperissîj 虛胚而-胚里所士
詞類次數:副詞(1)
原文字根:在上-周圍 似的
字義溯源:極充分地,過度,超越,分外;由(ὑπέρ / ὑπερεγώ)*=在上,過於)與(περισσῶς)=分外)組成,其中 (περισσῶς)出自(περισσός)=極多的), (περισσός)出自(περί / περαιτέρω)=經由,周圍), (περί / περαιτέρω)出自(πέραν)=那邊), (πέραν)又出自(πειράω)X*=穿過)
出現次數:總共(1);可(1)
譯字彙編
1) 分外(1) 可7:37